Καλωσήλθατε στον Fadomduck2

To παρόν ιστολόγιο αποτελεί φυσική συνέχεια του Fadomduck στο οποίο θα βρείτε συλλογές κειμένων, παραπομπές σε ηλεκτρονικές διευθήνσεις με πολιτικά βιβλία και μουσική, καθώς και μια αρκετά μεγάλη συλλογή με αφίσσες από την Σοβιετική Ενωση (μέχρι και το 1956). Αρχείο με τα άρθρα του Fadomduck #1 θα βρείτε εδώ. O Fadomduck2 όπως και ο προκάτοχος του δηλώνει πως αν και ντρέπεται να κρύψει τις συμπάθειες του, δεν εκπροσωπεί καμμία συλλoγικότητα, παρά μόνο τον εαυτό του. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του στο alepotrypa200@gmail.com

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2020

ΤΟ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟ: ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΟΡΙΣΤΙΚΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ #4

Συνέχεια από το προηγούμενο

Η ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Εφόσον η γλώσσα αποτελεί το θεμέλιο ύπαρξης της κοινωνίας, συνιστά επίσης και τον παράγοντα εκείνον που δημιουργεί τις εξουσιαστικές δομές. Ετσι, σύμφωνα με το Λυοτάρ, «Ο εαυτός είναι κάτι ελάχιστο, αλλά δεν είναι απομονωμένος, έχει εμπλακεί μέσα σε ένα υφάδι σχέσεων πιο περίπλοκο και πιο ευκίνητο από ποτέ. Είναι πάντα (…) τοποθετημένος σε «σταυροδρόμια» κυκλωμάτων επικοινωνίας, έστω και αν είναι μηδαμινά (…) ακόμα και ο πιο απόκληρος δε στερείται ποτέ την εξουσία πάνω σε αυτά τα μηνύματα που τον διαπερνούν…»[36].

Επηρεασμένη από την αντίληψη του Φουκό για την πρωταρχικότητα των μη κρατικών μορφών εξουσίας και εμπλουτισμένη με το νεοθετικιστικό λόγο περί πρωταρχικότητας της γλώσσας, η αντίληψη αυτή για την εξουσία θα αποτελέσει μια θεωρητική αφετηρία για τη μικροπολιτική (άσκηση πολιτικής για τα ειδικά ζητήματα) και την ενδυνάμωση του σοσιαλδημοκρατικού ιδεολογικού οπλοστασίου.

Η διάχυση της εξουσίας σε αποκεντρωμένα και ανταγωνίσιμα σημεία (και όχι υποκείμενα) θα καταλήξει σε έναν πολιτικό σχετικισμό του τύπου «όλα επιτρέπονται» (μην ξεχνάμε το «αριστερό» παρελθόν) και μια ελευθεριακή και συνάμα τεχνοκρατική πρόταση αναμόρφωσης της κοινωνικής πραγματικότητας όπου «…το κοινό προσπελάζει ελεύθερα τις μνήμες και τις τράπεζες πληροφοριών»[37]. Μπορεί όμως αυτή η «γραμμή πάλης»- που μας θυμίζει έντονα το ιδεολόγημα της «κοινωνίας της γνώσης»- να δράσει ανατρεπτικά; Αν ακολουθούσαμε την καθαρή και ουδέτερη μικροπολιτική των μεταμοντέρνων θα απαντούσαμε πως δεν τίθεται καν τέτοιο ζήτημα. Κι όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Ο Λυοτάρ μας καθησυχάζει λέγοντας ότι το γεγονός της απώλειας της αφήγησης διόλου δε συνεπάγεται καταδίκη στη βαρβαρότητα (εδώ ως βαρβαρότητα εννοείται οτιδήποτε υπερβαίνει τα όρια της αστικής δημοκρατίας) και ότι αυτή η γλωσσική αλληλενέργεια, μέσα από την αντιθετικότητά της, καθορίζει τους όρους συγκράτησης του κοινωνικού ιστού. Με αυτό όμως τον τρόπο ο Λυοτάρ καταλήγει σε μια άλλη «μεγάλη αφήγηση», το φιλελευθερισμό.

Ομως, η απάντησή στο ερώτημα που θέσαμε αρχικά δεν έχει ακόμα δοθεί ολόπλευρα. Για μια όσο το δυνατόν ολοκληρωμένη απάντηση απαιτείται να φωτίσουμε εκείνη την πλευρά που αφορά στη στάση του μεταμοντέρνου απέναντι στο επαναστατικό κίνημα και το σοσιαλισμό.

Ο πόλεμος ενάντια στην ολότητα παίρνει, σε αυτό το σημείο, τη μορφή της πάλης ενάντια στον «ολοκληρωτισμό». Φαίνεται ότι οι μεταμοντέρνοι εξαντλούν τον «ιερό αγώνα» τους ενάντια στις αφηγήσεις με την επίκληση του γνωστού μύθου φασισμός=σταλινισμός. Η θεωρία αυτή ούτε καινούργια είναι ούτε βαθυστόχαστη, έχει όμως ιδιαίτερη αξία να συνδεθεί όχι τόσο με την κριτική των μεταμοντέρνων στο σοσιαλιστικό κοινωνικοπολιτικό σύστημα αλλά με την ίδια την επαναστατική διαδικασία και τα αποτελέσματά της.

Γράφει ο Λυοτάρ:

«Γνωρίζουμε σήμερα ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση υπό την αιγίδα του μαρξισμού, δεν έκανε, και ότι κάθε επανάσταση δεν κάνει και δε θα κάνει τίποτε άλλο παρά να ξανανοίγει την ίδια πληγή. Ο εντοπισμός και η διάγνωση μπορούν να αλλάξουν, όμως η ίδια ασθένεια εμφανίζεται εκ νέου σ’ αυτές τις επαναγραφές. Οι μαρξιστές πίστεψαν ότι εργάσθηκαν για την κατάργηση της αλλοτρίωσης της ανθρωπότητας, η αλλοτρίωση όμως του ανθρώπου επαναλήφθηκε αμέσως μόλις μετατοπίστηκε»[38].

Στο απόσπασμα αυτό, πέρα από την επανάληψη του γνωστού μοτίβο περί αλλοτρίωσης στο σοσιαλισμό, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μια σιωπηρή μετατόπιση. Από την άρνηση του υποκειμένου δημιουργού και τη διάχυση των μικροεξουσιών, καταλήγουμε μπροστά στον εξής συλλογισμό: Ακόμα και αν νικήσει μια επανάσταση, είναι φορέας αναλλοίωτων χαρακτηριστικών τα οποία «επαναγράφονται» στο σώμα της νέας κοινωνίας. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ δεν είναι η αναφορά στα χαρακτηριστικά αλλά αυτή καθαυτή η αναφορά. Οι μεταμοντέρνοι έχουν απόλυτη συναίσθηση των κενών στη θεωρία τους και έτσι υποχωρούν σταδιακά, χρησιμοποιώντας το τελευταίο τους όπλο στην προσπάθεια τους να συγκροτήσουν μια βιώσιμη θεωρητική βάση. Ετσι, θα εκδηλωθούν σε όλη τους την έκταση τα αδιέξοδα από την οικοδόμηση του μεταμοντέρνου πολιτικο-ιστορικού στοχασμού. Η οξεία κριτική του Φουκό στη Φιλοσοφία της Ιστορίας και στα «δράματα στα οποία οδήγησε» συνυπάρχει με τη σιωπηρή αποδοχή βασικών αρχών του κλασικού ιδεαλιστικού ιστορικού στοχασμού. Πράγματι, τι άλλο παρά γερμανικός κλασικός ιδεαλισμός είναι η θέση για την αναλλοίωτη ουσία των πραγμάτων, μέσα στην εξέλιξή τους;

Αν όμως μπορούμε να μιλήσουμε για μοιραία και αναπόδραστα αποτελέσματα, αυτά δεν αφορούν τις επαναστάσεις –που αποτελούν την πιο φανερή εκδήλωση της ενεργητικότητας και δημιουργικότητας των λαών- αλλά μάλλον την εσωτερική πορεία του μεταμοντέρνου το οποίο από σκεπτικισμός απέναντι στις μεγάλες Αφηγήσεις κατέληξε (ή μάλλον ήταν εξαρχής;) σε μια εκλεπτυσμένη αντεπαναστατική θεωρία[39]. Και όπως κάθε θεωρία για την επανάσταση έχει μια ιστορική αντίληψη, αυτό ισχύει και για το μεταμοντέρνο. Θα εξετάσουμε λοιπόν πώς μια αντεπαναστατική φιλοσοφία συνδέεται με μια αντιιστορική θεωρία.

Η ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Η επίθεση στην Ιστορία δεν είναι νέα. Τις απαρχές της τις εντοπίζουμε στην σκέψη του Νίτσε οι οποία σηματοδοτεί σε γενικές γραμμές το σημείο καμπής της αστικής σκέψης και εντάσσεται –αν και με αντιφατικό τρόπο- στην πορεία μετάβασης του καπιταλισμού στο μονοπωλιακό του στάδιο.

Αφετηρία αυτής της κριτικής είναι η αμφισβήτηση της αντικειμενικότητας της ιστορικής γνώσης που δεν περιορίζεται στην ιδεαλιστική μορφή της αλλά και στον ιστορικό υλισμό. Οπως είναι φυσικό, ο αντίπαλος είναι ένας, η επιστημονική προσέγγιση της Ιστορίας και τα πολιτικά συμπεράσματά της. Η πορεία της αντιιστορικής σκέψης θα πάρει νέα, πιο έντονη αλλά πιο επιστημονικοφανή μορφή υπό το φως των πορισμάτων της φυσικής κατά τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα. Ετσι, η νεοθετικιστικής φύσεως επιστημολογία θα συναντηθεί άλλη μια φορά με τη φιλοσοφία της ζωής στον κοινό αγώνα ενάντια στην Ιστορία.

Το μεταμοντέρνο δε θα αποτελέσει εξαίρεση και κατά κάποιον τρόπο θα συμβάλει και αυτό δημιουργικά στην αντιπαράθεση αυτή. Θα προσθέταμε μάλιστα πως η μεταμοντέρνα επίθεση στην Ιστορία έχει δύο πλευρές:
α) Το σκεπτικισμό απέναντι στην κλασσική- ιδεαλιστική αντίληψη της Ιστορίας με τη μορφή μιας ριζικής ρήξης με το διαφωτιστικό παρελθόν, και
β) Την εναντίωση απέναντι στις έννοιες του ιστορικού υλισμού με τη μορφή μιας άρνησης καθολικών ιδεών και σχετικοποίησης των πολιτικών στοχεύσεων.
Οι μεταμοντέρνοι ασκούν κριτική στην έννοια της σωρευτικής αντίληψης της ιστορίας διαπράττοντας ξανά το γνωστό τους λάθος. Ουσιαστικά, εντοπίζουν την κριτική τους στην αστική φιλοσοφία της Ιστορίας (η οποία ακόμα και στις καλύτερες στιγμές της δεν μπόρεσε να αποφύγει τον εξελικτισμό) και στον δικό τους τρόπο κατανόησης του μαρξισμού (ο οποίος συνδέεται άμεσα με το «επαναστατικό» τους παρελθόν). Ετσι, στη μαρξιστική αντίληψη της ιστορίας δε βλέπουν παρά μια σωρευτική αντίληψη και όχι μια προσέγγιση της αντιφατικότητας της ιστορίας και της δυναμικής της ταξικής πάλης.

Σύμφωνα με τους μεταμοντέρνους, αφετηριακό λάθος του ιστορικού υλισμού είναι η σύλληψη της ιστορίας με βάση την αρχή της επανάστασης. Ο Baudrillard υποστηρίζει χαρακτηριστικά ότι «Ο μαρξισμός αναλύει ακόμη και την εξέγερση, ή την κίνηση της κοινωνίας, μόνο πίσω από τις γραμμές της επανάστασης, σαν μια πραγματικότητα στο δρόμο της ωρίμανσης»[40], ενώ, αναφερόμενος στους ανθρώπους που πήραν μέρος στις επαναστάσεις γράφει πως «…δεν είναι η επανάσταση που μιλάει πίσω απ’ αυτούς, αυτοί είναι η επανάσταση, (…) είναι μια φωνή πριν την ιστορία, πριν την πολιτική, πριν την αλήθεια…»[41].

Αποτελούν όμως οι σκέψεις αυτές μια κριτική στον μαρξισμό με αξιώσεις αντικειμενικότητας ή, για να το θέσουμε με τα λόγια των μεταμοντέρνων, ο μαρξισμός, κρίνοντας την ιστορία υπό την οπτική της επανάστασης, μήπως πράγματι μετατρέπεται σε μια φιλοσοφία της ιστορίας με ιδεαλιστική χροιά;

Ο πλέον αρμόδιος για την απάντηση αυτού του ερωτήματος είναι ο ίδιος ο Μαρξ, σύμφωνα με τον οποίο:

«Η ιστορία είναι απλώς η διαδοχή ξεχωριστών γενιών, που καθεμιά τους εκμεταλλεύεται τα υλικά, τα κεφάλαια, τις παραγωγικές δυνάμεις που της παραδόθηκαν από όλες τις προηγούμενες γενιές, και έτσι από τη μια μεριά, συνεχίζει την παραδοσιακή δραστηριότητα μέσα σε τελείως αλλαγμένες συνθήκες και, από την άλλη, μεταβάλει τις παλιές περιστάσεις με μια τελείως αλλαγμένη δραστηριότητα. Αυτό μπορεί να διαστρεβλωθεί θεωρητικά έτσι που η κατοπινή ιστορία να γίνεται ο σκοπός της προηγούμενης ιστορίας (…) ενώ αυτό που σημαίνει οι λέξεις «προορισμός», «σκοπός», «σπέρμα», ή «ιδέα» της παλιότερης ιστορίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από μιαν αφαίρεση δημιουργημένη από την κατοπινή ιστορία, μια αφαίρεση της δραστήριας επίδρασης που η παλιότερη ιστορία ασκεί πάνω στην κατοπινή ιστορία»[42]. 

Συνεχίζεται...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου, άν δεν υπάρχει εγγραφή στον blogger ή άλλη διαδυκτιακή υπηρεσία (βλέπε όροι σχολιασμού στο πάνω μέρος της σελίδας).
Ανώνυμα και υβριστικά σχόλια μπορούν να διαγράφονται χωρίς άλλη προειδοποίηση.