Συνέχεια από το προηγούμενο...
Σε αυτό το μέρος, θα εστιάσουμε σε δύο τύπους αντισοβιετικών επιχειρημάτων και στις ιστορικές ρίζες τους.
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Οι μπολσεβίκοι κατηγορήθηκαν για την ύπαρξη αντιδημοκρατισμού στην οργανωτική δομή τους, στις μορφές της πολιτικής τους δράσης, ακόμη και στην επιχειρηματολογία τους. Στην πολύ βασική αντιπαράθεση μεταξύ Μάρτοφ και Λένιν για τον καθορισμό της ιδιότητας του μέλους του κόμματος το 1903, ο Μάρτοφ υπεράσπισε το επιχείρημά του ως εξής:
«Στο σχέδιό μας τα μέλη του κόμματος έχουν το δικαίωμα να ενημερώνουν το κέντρο για τις απαιτήσεις και τις σκέψεις τους».
Από αυτό το σημείο είναι φανερό ότι η γενική κριτική των Μενσεβίκων στους Μπολσεβίκους αφορούσε το ζήτημα της δημοκρατίας. Ο Τρότσκι, που δεν είχε συνειδητοποιήσει την ιστορική σημασία της διάσπασης στο σοσιαλδημοκρατικό κίνημα στη Ρωσία και αναζητούσε ένα τρίτο δρόμο ανάμεσα στους Μενσεβίκους και τους Μπολσεβίκους, παρομοίασε την έμφαση του Λένιν στο συγκεντρωτισμό στην οργάνωση κομμάτων με «μια επιθυμία για μια σιδερένια πυγμή πάνω στα μέλη του κόμματος».
Λίγο-πολύ όλες οι πολιτικές γραμμές στη Ρωσία -δηλαδή οι αναρχικοί, οι εσέροι, οι καντέτοι- κατηγόρησαν αργά ή γρήγορα τους μπολσεβίκους ως αντιδημοκρατικούς. Καθώς η μπολσεβίκικη επανάσταση έφτασε και το μπολσεβίκικο πρόγραμμα έγινε ευδιάκριτο, ο Κάουτσκι, που ήταν σύντροφος και επίσης ένας από τους δασκάλους του Λένιν, επέκρινε την μπολσεβίκικη θέση για την εξουσία, δηλαδή τη δικτατορία του προλεταριάτου. Σύμφωνα με τον Κάουτσκι «ο σοσιαλισμός χωρίς δημοκρατία είναι αδύνατος» και προκειμένου να αποδείξει τις θέσεις του, αναφερόμενος στις εξελίξεις στη Ρωσία, μίλησε για «τα μεσσιανικά συμπλέγματα ηγετών και τις δικτατορικές συνήθειές τους». Στην ίδια πηγή, ο Κάουτσκι, που χαρακτηρίστηκε ως αποστάτης από το Λένιν, συνέχισε την κριτική του χαρακτηρίζοντας τη σοβιετική εξουσία ως «την αντικατάσταση της δημοκρατίας με τη δικτατορία». Δεδομένου ότι τα βασικά επιχειρήματα του Λένιν για τη φύση του σοσιαλιστικού κράτους προέκυψαν από τα κείμενα του Μαρξ για την Κομμούνα του Παρισιού, ο Κάουτσκι, ένας πολύ πεπειραμένος συνεργάτης του Μαρξ και του Ενγκελς, υποστήριξε ότι υπήρξε μια απόκλιση μεταξύ της Κομμούνας του Παρισιού και της ρωσικής περίπτωσης.
Σύμφωνα με Κάουτσκι, η Κομμούνα του Παρισιού ήταν αποτέλεσμα της δράσης όλου του προλεταριάτου και κανένα από τα σοσιαλιστικά ρεύματα δεν αποκλείστηκε από αυτή την προσπάθεια. Εντούτοις, για αυτόν η κατάσταση στη Ρωσία ήταν ακριβώς το αντίθετο. Οι Μπολσεβίκοι κατέκτησαν την κρατική εξουσία με τον αποκλεισμό όλων των άλλων σοσιαλιστικών ρευμάτων.
Με την κατάρρευση των αστικών δημοκρατικών θεσμών στη Δυτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια της εποχής του μεσοπολέμου, το πρόβλημα της δημοκρατίας στη Σοβιετική Ενωση εκδηλώθηκε ως μέρος της εσωκομματικής διαπάλης ανάμεσα σε ορισμένες φράξιες στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι εάν κάποιος ερευνά λεπτομερώς, μπορεί πάντα να βρει συντάκτες φανταστικών ιστοριών. Νομίζω ότι ο Πάνεκοκ είναι ένας από εκείνους τους συντάκτες. Για τον Πάνεκοκ, που θεώρησε ότι η ρωσική επανάσταση ήταν ο θρίαμβος των μεσαίων τάξεων, οι πολιτικές μέθοδοι της Κομιντέρν ήταν τόσο αντιδημοκρατικές που το ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης χρησιμοποίησε τις πηγές χρημάτων του για να κατασιγάσει τα αντίπαλα κομμουνιστικά κόμματα στη Δυτική Ευρώπη και ως συνέπεια αυτής της προπαγάνδας οι μικρές κομμουνιστικές ομάδες, που δεν είχαν οικονομικούς πόρους, εξαφανίστηκαν.
Εντούτοις, όπως αναφέρεται, δεν πρέπει να πάρουμε αυτά τα φανταστικά επιχειρήματα σοβαρά. Ενας άλλος φανταστικός συγγραφέας εκείνης της περιόδου ήταν για άλλη μια φορά ο Κάουτσκι. Με την αποφασιστική νίκη της σοσιαλιστικής εξουσίας στη Σοβιετική Ενωση, ο Κάουτσκυ έχασε την παλαιά δημοτικότητά του στους μαρξιστικούς κύκλους. Ομως ο αντισοβιετισμός είναι μια τέτοια ασθένεια που μόλις μολυνθεί κάποιος με αυτήν, η θεραπεία της είναι πολύ δύσκολη. Το 1937, χρονιά που η ανθρωπότητα βρίσκονταν μπροστά στο αβυσσαλέο χάσμα του φασισμού, προτίμησε να επικρίνει το Σύνταγμα του Στάλιν από τη σκοπιά της συμβατότητάς του με τους αστικούς δημοκρατικούς θεσμούς, που είχαν σβήσει σε ολόκληρη την Ευρώπη από τα αιματηρά χέρια της αστικής τάξης και των πολιτικών πρακτόρων της.
«Εάν εκείνοι που έχουν την εξουσία (σ.σ. ο Κάουτσκι εννοεί το ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης) είχαν συμφωνήσει με τη Γερμανία και την Ιαπωνία, θα μπορούσε ακόμη και να ειπωθεί ότι ο κομμουνισμός θα συγκροτούσε μια ένωση υποστήριξης με το φασισμό. Τα δημοκρατικά κόμματα και κράτη του κόσμου τότε θα διεξήγαγαν έναν τρομακτικό πόλεμο με μια αντιδημοκρατική ένωση που συγκροτείται από τις δυνάμεις του “κακού”».
Με αυτές τις λέξεις αποδεικνύεται το πολύ βασικό σύμπτωμα αυτής της ασθένειας, δηλαδή ο αντικομμουνισμός. Στη αντίληψη του Κάουτσκι, η Σοβιετική Ενωση ήταν μέρος των δυνάμεων του κακού, ενώ οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν οι δημοκρατικές δυνάμεις.
Το ζήτημα της δημοκρατίας αναβίωσε μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή τη φορά οι κριτικές βασικά προέρχονταν από στελέχη του Ψυχρού Πολέμου και των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Είναι πολύ γνωστό ότι ο κύριος στόχος του ψυχρού πολέμου ήταν η «συγκράτηση του σοσιαλισμού». Κατά συνέπεια, τα οικονομικά και στρατιωτικά μέσα δεν ήταν αρκετά για αυτό το σκοπό. Αυτά τα μέσα έπρεπε να υποστηριχθούν με ιδεολογικά εργαλεία.
Οπως αναφέρεται στη διακήρυξη της Κεντρικής Επιτροπής του KKE: «Και από τα δύο τμήματα του Κομμουνιστικού Κινήματος, εξουσίας και μη, δεν εκτιμήθηκε σωστά ο παγκόσμιος συσχετισμός των δυνάμεων, ενώ υποτιμήθηκε η δυναμική της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού». Το ζήτημα της δημοκρατίας ήταν ένα από αυτά τα εργαλεία. «Οι αιματηρές μπότες του Στάλιν», κυριολεκτικά, εφευρέθηκαν στη μεταπολεμική εποχή. Αυτό ήταν αναγκαστικό για τους ιμπεριαλιστές, από τη στιγμή που το γόητρο της ΕΣΣΔ και ιδιαίτερα του Στάλιν -ο «θείος Τζο», που απελευθέρωσε την Ευρώπη- για την αντίληψη των λαών της Ευρώπης και ως εκ τούτου των Κομμουνιστικών Κομμάτων στην Ευρώπη ήταν τόσο μεγάλο, όπως υπογραμμίζουν πολλές πηγές της εποχής.
Αυτό το σκηνικό στην Ευρώπη δημιούργησε πάνω από έναν λόγους για την επιτάχυνση της επίθεσης του ιμπεριαλισμού ενάντια στο σοσιαλισμό. Το τέλος ενός παγκοσμίου πολέμου ξεκίνησε έναν άλλον, μια πολεμική ιστορία που δεν είχε υπάρξει ποτέ πριν.
Ο μύθος που δημιουργήθηκε από τη δεξιά και αριστερή, τροτσκιστική και μπουχαρινική αντιπολίτευση για την κατάσταση στη Ρωσία, αξιοποιήθηκε στην εκστρατεία δυσφήμησης των αμερικανικών «δεξαμενών σκέψης». Αυτές οι παραποιήσεις χρησιμοποιήθηκαν ως καταλύτης στη διαμόρφωση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στον «ελεύθερο κόσμο» και το «σιδηρούν παραπέτασμα», οι οποίες δεν παρέμειναν μόνο στη φιλολογία των διεθνών σχέσεων, αλλά και στα μυαλά των μέσων Δυτικοευρωπαίων και Αμερικανών.
Αυτό το τελευταίο γεγονός αποτέλεσε μια από τις πιο αξιοσημείωτες επιτυχίες του αμερικανικού ιμπεριαλισμού κατά τη διεξαγωγή του ψυχρού πολέμου. Και πρέπει να σημειώσουμε ότι χωρίς το λήθαργο της σοβιετικής ηγεσίας μετά τη μεγάλη νίκη ενάντια στο φασισμό, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δε θα είχε κατορθώσει να καλλιεργήσει αυτή την αντιπαράθεση. Ενα επιπλέον συμπέρασμα είναι ότι η σοβιετική ηγεσία δεν κατανόησε τις απαιτήσεις της νέας εποχής, ειδικά αυτές που αφορούσαν την ιδεολογία.
Υπάρχουν ορισμένες εξηγήσεις σε σχέση με τις προσδοκίες της σοβιετικής ηγεσίας για «σταθερότητα». Η σημαντικότερη «δικαιολογία» ήταν ότι η Σοβιετική Ενωση έχασε εκατομμύρια των παιδιών της κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού πολέμου. Εντούτοις, ο ιμπεριαλισμός έκανε την επίθεσή του φορώντας το ένδυμα του αμυνόμενου. Βεβαίως τα όργανα της Σοβιετικής Ενωσης δεν ήταν αρκετά ισχυρά για να αναχαιτίσουν αυτή την επίθεση, δεδομένου ότι ο ιμπεριαλισμός διεκδικούσε περισσότερα και όχι μόνο «ειρηνική συνύπαρξη». Παρά τις επανειλημμένα ειρηνόφιλες δηλώσεις της σοβιετικής ηγεσίας, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός περικύκλωσε τη Σοβιετική Ενωση με τους διεθνείς στρατιωτικούς, οικονομικούς και πολιτικούς του οργανισμούς.
Μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο η συζήτηση από την πλευρά του ιμπεριαλισμού περί «ριζοσπαστικής δημοκρατίας» έγινε το αντίδοτο του σοσιαλισμού. Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός νομιμοποίησε τη δράση του γύρω από αυτή τη συζήτηση, ενώ οι πιο αιματηρές ενέργειες των ιμπεριαλιστικών κέντρων στηρίχθηκαν επάνω στις «δυτικές αξίες», στην πρώτη γραμμή των οποίων βρίσκεται η δημοκρατία. Και η επικράτηση της δημοκρατικής αυτής ρητορικής στην αριστερά κέρδισε το προβάδισμα εκείνη την περίοδο. Ηταν τόσο μεγάλη η επίδραση, ώστε υπήρξαν μερικοί διανοούμενοι και αυτοαποκαλούμενοι σοσιαλιστές και κομμουνιστές που εξέφρασαν με σθένος το θαυμασμό τους στις αντεπαναστάσεις στις σοσιαλιστικές χώρες στην Ανατολική Ευρώπη και τη Σοβιετική Ενωση. Χαιρέτισαν αυτές τις αντεπαναστάσεις ως «επαναστάσεις της εργατικής τάξης» ενάντια στις γραφειοκρατικές κρατικιστικές ηγεσίες.
Ορισμένοι από τους αποκαλούμενους ως διανοούμενους άξιζαν μόνο για τη δυνατότητά τους να καταγγέλλουν τη σοβιετική οικοδόμηση. Με τη διάλυση του σοβιετικού σοσιαλισμού μοιράστηκαν την ίδια μοίρα με τη Σοβιετική Ενωση. Υπάρχει κανένας σήμερα που να θυμάται το όνομα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, ο οποίος κάποτε θεωρήθηκε ως ο Ντοστογιέφσκι των χρόνων μας; Μερικοί άλλοι διανοούμενοι, όπως η Σούζαν Σόνταγκ, έφτασαν να δικαιολογήσουν την επίθεση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία. Σήμερα υπάρχει μια μεγάλη βιβλιογραφία για τα εγκλήματα που διαπράττονται από τον ιμπεριαλισμό στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και την αφαίρεση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στην καθημερινή ζωή και ειδικά στην εργασία κατά τη διάρκεια της «μετα-κομμουνιστικής» περιόδου.
Το πώς θα ολοκληρωθεί η σοσιαλιστική δημοκρατία και τα όργανά της στις διαδικασίες της μελλοντικής σοσιαλιστικής οικοδόμησης είναι μια αποφασιστικά σημαντική ερώτηση. Εντούτοις, αυτή η ερώτηση πρέπει να απαντηθεί χωρίς να χαθεί η ενότητα των μέσων και των τελικών σκοπών. Η βελτίωση των μηχανισμών συμμετοχής, η πάλη ενάντια στη γραφειοκρατικοποίηση, καθώς και η τελευταία φάση μετασχηματισμού του κράτους στη μεταβατική περίοδο προς τον κομμουνισμό μπορούν να συζητηθούν εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με την επαναστατική αποστολή του προλεταριάτου και το ρόλο του ηγετικού κόμματός του.
Οσον αφορά το σήμερα, η «ριζοσπαστική δημοκρατία» ή η «βελτίωση των δημοκρατικών θεσμών» δεν μπορεί να είναι ούτε στόχος ούτε πολιτικό εργαλείο για τους κομμουνιστές. Η αποστολή των κομμουνιστών στη διάρκεια του καπιταλισμού δεν είναι να βελτιώσουν τη συμμετοχή της εργατικής τάξης στα αστικά δημοκρατικά παιχνίδια, αλλά να την οργανώσουν γύρω από την επαναστατική γραμμή που εκφράζει το κομμουνιστικό κόμμα. Αξιώνοντας μια ανάλογη σχέση μεταξύ της συνείδησης των εργαζόμενων μαζών και του επιπέδου των αστικών δημοκρατικών θεσμών, έχουμε στην καλύτερη περίπτωση, μια λανθασμένη ερμηνεία του «Τι να κάνουμε;» και στην πραγματικότητα μια γυμνή άρνηση των λενινιστικών αρχών. Εάν δεν εγκαταλειφθεί αυτή η άποψη, δεν μπορεί να κατανοηθεί η οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Προσπαθούμε να θίξουμε αυτό το ζήτημα στο επόμενο μέρος.
ΙΙ. ΔΥΟ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙ- ΣΟΒΙΕΤΙΣΜΟΥ
Σε αυτό το μέρος, θα εστιάσουμε σε δύο τύπους αντισοβιετικών επιχειρημάτων και στις ιστορικές ρίζες τους.
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Οι μπολσεβίκοι κατηγορήθηκαν για την ύπαρξη αντιδημοκρατισμού στην οργανωτική δομή τους, στις μορφές της πολιτικής τους δράσης, ακόμη και στην επιχειρηματολογία τους. Στην πολύ βασική αντιπαράθεση μεταξύ Μάρτοφ και Λένιν για τον καθορισμό της ιδιότητας του μέλους του κόμματος το 1903, ο Μάρτοφ υπεράσπισε το επιχείρημά του ως εξής:
«Στο σχέδιό μας τα μέλη του κόμματος έχουν το δικαίωμα να ενημερώνουν το κέντρο για τις απαιτήσεις και τις σκέψεις τους».
Από αυτό το σημείο είναι φανερό ότι η γενική κριτική των Μενσεβίκων στους Μπολσεβίκους αφορούσε το ζήτημα της δημοκρατίας. Ο Τρότσκι, που δεν είχε συνειδητοποιήσει την ιστορική σημασία της διάσπασης στο σοσιαλδημοκρατικό κίνημα στη Ρωσία και αναζητούσε ένα τρίτο δρόμο ανάμεσα στους Μενσεβίκους και τους Μπολσεβίκους, παρομοίασε την έμφαση του Λένιν στο συγκεντρωτισμό στην οργάνωση κομμάτων με «μια επιθυμία για μια σιδερένια πυγμή πάνω στα μέλη του κόμματος».
Λίγο-πολύ όλες οι πολιτικές γραμμές στη Ρωσία -δηλαδή οι αναρχικοί, οι εσέροι, οι καντέτοι- κατηγόρησαν αργά ή γρήγορα τους μπολσεβίκους ως αντιδημοκρατικούς. Καθώς η μπολσεβίκικη επανάσταση έφτασε και το μπολσεβίκικο πρόγραμμα έγινε ευδιάκριτο, ο Κάουτσκι, που ήταν σύντροφος και επίσης ένας από τους δασκάλους του Λένιν, επέκρινε την μπολσεβίκικη θέση για την εξουσία, δηλαδή τη δικτατορία του προλεταριάτου. Σύμφωνα με τον Κάουτσκι «ο σοσιαλισμός χωρίς δημοκρατία είναι αδύνατος» και προκειμένου να αποδείξει τις θέσεις του, αναφερόμενος στις εξελίξεις στη Ρωσία, μίλησε για «τα μεσσιανικά συμπλέγματα ηγετών και τις δικτατορικές συνήθειές τους». Στην ίδια πηγή, ο Κάουτσκι, που χαρακτηρίστηκε ως αποστάτης από το Λένιν, συνέχισε την κριτική του χαρακτηρίζοντας τη σοβιετική εξουσία ως «την αντικατάσταση της δημοκρατίας με τη δικτατορία». Δεδομένου ότι τα βασικά επιχειρήματα του Λένιν για τη φύση του σοσιαλιστικού κράτους προέκυψαν από τα κείμενα του Μαρξ για την Κομμούνα του Παρισιού, ο Κάουτσκι, ένας πολύ πεπειραμένος συνεργάτης του Μαρξ και του Ενγκελς, υποστήριξε ότι υπήρξε μια απόκλιση μεταξύ της Κομμούνας του Παρισιού και της ρωσικής περίπτωσης.
Με την κατάρρευση των αστικών δημοκρατικών θεσμών στη Δυτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια της εποχής του μεσοπολέμου, το πρόβλημα της δημοκρατίας στη Σοβιετική Ενωση εκδηλώθηκε ως μέρος της εσωκομματικής διαπάλης ανάμεσα σε ορισμένες φράξιες στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι εάν κάποιος ερευνά λεπτομερώς, μπορεί πάντα να βρει συντάκτες φανταστικών ιστοριών. Νομίζω ότι ο Πάνεκοκ είναι ένας από εκείνους τους συντάκτες. Για τον Πάνεκοκ, που θεώρησε ότι η ρωσική επανάσταση ήταν ο θρίαμβος των μεσαίων τάξεων, οι πολιτικές μέθοδοι της Κομιντέρν ήταν τόσο αντιδημοκρατικές που το ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης χρησιμοποίησε τις πηγές χρημάτων του για να κατασιγάσει τα αντίπαλα κομμουνιστικά κόμματα στη Δυτική Ευρώπη και ως συνέπεια αυτής της προπαγάνδας οι μικρές κομμουνιστικές ομάδες, που δεν είχαν οικονομικούς πόρους, εξαφανίστηκαν.
Εντούτοις, όπως αναφέρεται, δεν πρέπει να πάρουμε αυτά τα φανταστικά επιχειρήματα σοβαρά. Ενας άλλος φανταστικός συγγραφέας εκείνης της περιόδου ήταν για άλλη μια φορά ο Κάουτσκι. Με την αποφασιστική νίκη της σοσιαλιστικής εξουσίας στη Σοβιετική Ενωση, ο Κάουτσκυ έχασε την παλαιά δημοτικότητά του στους μαρξιστικούς κύκλους. Ομως ο αντισοβιετισμός είναι μια τέτοια ασθένεια που μόλις μολυνθεί κάποιος με αυτήν, η θεραπεία της είναι πολύ δύσκολη. Το 1937, χρονιά που η ανθρωπότητα βρίσκονταν μπροστά στο αβυσσαλέο χάσμα του φασισμού, προτίμησε να επικρίνει το Σύνταγμα του Στάλιν από τη σκοπιά της συμβατότητάς του με τους αστικούς δημοκρατικούς θεσμούς, που είχαν σβήσει σε ολόκληρη την Ευρώπη από τα αιματηρά χέρια της αστικής τάξης και των πολιτικών πρακτόρων της.
«Εάν εκείνοι που έχουν την εξουσία (σ.σ. ο Κάουτσκι εννοεί το ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης) είχαν συμφωνήσει με τη Γερμανία και την Ιαπωνία, θα μπορούσε ακόμη και να ειπωθεί ότι ο κομμουνισμός θα συγκροτούσε μια ένωση υποστήριξης με το φασισμό. Τα δημοκρατικά κόμματα και κράτη του κόσμου τότε θα διεξήγαγαν έναν τρομακτικό πόλεμο με μια αντιδημοκρατική ένωση που συγκροτείται από τις δυνάμεις του “κακού”».
Με αυτές τις λέξεις αποδεικνύεται το πολύ βασικό σύμπτωμα αυτής της ασθένειας, δηλαδή ο αντικομμουνισμός. Στη αντίληψη του Κάουτσκι, η Σοβιετική Ενωση ήταν μέρος των δυνάμεων του κακού, ενώ οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν οι δημοκρατικές δυνάμεις.
Το ζήτημα της δημοκρατίας αναβίωσε μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή τη φορά οι κριτικές βασικά προέρχονταν από στελέχη του Ψυχρού Πολέμου και των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Είναι πολύ γνωστό ότι ο κύριος στόχος του ψυχρού πολέμου ήταν η «συγκράτηση του σοσιαλισμού». Κατά συνέπεια, τα οικονομικά και στρατιωτικά μέσα δεν ήταν αρκετά για αυτό το σκοπό. Αυτά τα μέσα έπρεπε να υποστηριχθούν με ιδεολογικά εργαλεία.
Οπως αναφέρεται στη διακήρυξη της Κεντρικής Επιτροπής του KKE: «Και από τα δύο τμήματα του Κομμουνιστικού Κινήματος, εξουσίας και μη, δεν εκτιμήθηκε σωστά ο παγκόσμιος συσχετισμός των δυνάμεων, ενώ υποτιμήθηκε η δυναμική της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού». Το ζήτημα της δημοκρατίας ήταν ένα από αυτά τα εργαλεία. «Οι αιματηρές μπότες του Στάλιν», κυριολεκτικά, εφευρέθηκαν στη μεταπολεμική εποχή. Αυτό ήταν αναγκαστικό για τους ιμπεριαλιστές, από τη στιγμή που το γόητρο της ΕΣΣΔ και ιδιαίτερα του Στάλιν -ο «θείος Τζο», που απελευθέρωσε την Ευρώπη- για την αντίληψη των λαών της Ευρώπης και ως εκ τούτου των Κομμουνιστικών Κομμάτων στην Ευρώπη ήταν τόσο μεγάλο, όπως υπογραμμίζουν πολλές πηγές της εποχής.
Αυτό το σκηνικό στην Ευρώπη δημιούργησε πάνω από έναν λόγους για την επιτάχυνση της επίθεσης του ιμπεριαλισμού ενάντια στο σοσιαλισμό. Το τέλος ενός παγκοσμίου πολέμου ξεκίνησε έναν άλλον, μια πολεμική ιστορία που δεν είχε υπάρξει ποτέ πριν.
Ο μύθος που δημιουργήθηκε από τη δεξιά και αριστερή, τροτσκιστική και μπουχαρινική αντιπολίτευση για την κατάσταση στη Ρωσία, αξιοποιήθηκε στην εκστρατεία δυσφήμησης των αμερικανικών «δεξαμενών σκέψης». Αυτές οι παραποιήσεις χρησιμοποιήθηκαν ως καταλύτης στη διαμόρφωση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στον «ελεύθερο κόσμο» και το «σιδηρούν παραπέτασμα», οι οποίες δεν παρέμειναν μόνο στη φιλολογία των διεθνών σχέσεων, αλλά και στα μυαλά των μέσων Δυτικοευρωπαίων και Αμερικανών.
Αυτό το τελευταίο γεγονός αποτέλεσε μια από τις πιο αξιοσημείωτες επιτυχίες του αμερικανικού ιμπεριαλισμού κατά τη διεξαγωγή του ψυχρού πολέμου. Και πρέπει να σημειώσουμε ότι χωρίς το λήθαργο της σοβιετικής ηγεσίας μετά τη μεγάλη νίκη ενάντια στο φασισμό, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δε θα είχε κατορθώσει να καλλιεργήσει αυτή την αντιπαράθεση. Ενα επιπλέον συμπέρασμα είναι ότι η σοβιετική ηγεσία δεν κατανόησε τις απαιτήσεις της νέας εποχής, ειδικά αυτές που αφορούσαν την ιδεολογία.
Υπάρχουν ορισμένες εξηγήσεις σε σχέση με τις προσδοκίες της σοβιετικής ηγεσίας για «σταθερότητα». Η σημαντικότερη «δικαιολογία» ήταν ότι η Σοβιετική Ενωση έχασε εκατομμύρια των παιδιών της κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού πολέμου. Εντούτοις, ο ιμπεριαλισμός έκανε την επίθεσή του φορώντας το ένδυμα του αμυνόμενου. Βεβαίως τα όργανα της Σοβιετικής Ενωσης δεν ήταν αρκετά ισχυρά για να αναχαιτίσουν αυτή την επίθεση, δεδομένου ότι ο ιμπεριαλισμός διεκδικούσε περισσότερα και όχι μόνο «ειρηνική συνύπαρξη». Παρά τις επανειλημμένα ειρηνόφιλες δηλώσεις της σοβιετικής ηγεσίας, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός περικύκλωσε τη Σοβιετική Ενωση με τους διεθνείς στρατιωτικούς, οικονομικούς και πολιτικούς του οργανισμούς.
Μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο η συζήτηση από την πλευρά του ιμπεριαλισμού περί «ριζοσπαστικής δημοκρατίας» έγινε το αντίδοτο του σοσιαλισμού. Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός νομιμοποίησε τη δράση του γύρω από αυτή τη συζήτηση, ενώ οι πιο αιματηρές ενέργειες των ιμπεριαλιστικών κέντρων στηρίχθηκαν επάνω στις «δυτικές αξίες», στην πρώτη γραμμή των οποίων βρίσκεται η δημοκρατία. Και η επικράτηση της δημοκρατικής αυτής ρητορικής στην αριστερά κέρδισε το προβάδισμα εκείνη την περίοδο. Ηταν τόσο μεγάλη η επίδραση, ώστε υπήρξαν μερικοί διανοούμενοι και αυτοαποκαλούμενοι σοσιαλιστές και κομμουνιστές που εξέφρασαν με σθένος το θαυμασμό τους στις αντεπαναστάσεις στις σοσιαλιστικές χώρες στην Ανατολική Ευρώπη και τη Σοβιετική Ενωση. Χαιρέτισαν αυτές τις αντεπαναστάσεις ως «επαναστάσεις της εργατικής τάξης» ενάντια στις γραφειοκρατικές κρατικιστικές ηγεσίες.
Ορισμένοι από τους αποκαλούμενους ως διανοούμενους άξιζαν μόνο για τη δυνατότητά τους να καταγγέλλουν τη σοβιετική οικοδόμηση. Με τη διάλυση του σοβιετικού σοσιαλισμού μοιράστηκαν την ίδια μοίρα με τη Σοβιετική Ενωση. Υπάρχει κανένας σήμερα που να θυμάται το όνομα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, ο οποίος κάποτε θεωρήθηκε ως ο Ντοστογιέφσκι των χρόνων μας; Μερικοί άλλοι διανοούμενοι, όπως η Σούζαν Σόνταγκ, έφτασαν να δικαιολογήσουν την επίθεση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία. Σήμερα υπάρχει μια μεγάλη βιβλιογραφία για τα εγκλήματα που διαπράττονται από τον ιμπεριαλισμό στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και την αφαίρεση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στην καθημερινή ζωή και ειδικά στην εργασία κατά τη διάρκεια της «μετα-κομμουνιστικής» περιόδου.
Το πώς θα ολοκληρωθεί η σοσιαλιστική δημοκρατία και τα όργανά της στις διαδικασίες της μελλοντικής σοσιαλιστικής οικοδόμησης είναι μια αποφασιστικά σημαντική ερώτηση. Εντούτοις, αυτή η ερώτηση πρέπει να απαντηθεί χωρίς να χαθεί η ενότητα των μέσων και των τελικών σκοπών. Η βελτίωση των μηχανισμών συμμετοχής, η πάλη ενάντια στη γραφειοκρατικοποίηση, καθώς και η τελευταία φάση μετασχηματισμού του κράτους στη μεταβατική περίοδο προς τον κομμουνισμό μπορούν να συζητηθούν εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με την επαναστατική αποστολή του προλεταριάτου και το ρόλο του ηγετικού κόμματός του.
Οσον αφορά το σήμερα, η «ριζοσπαστική δημοκρατία» ή η «βελτίωση των δημοκρατικών θεσμών» δεν μπορεί να είναι ούτε στόχος ούτε πολιτικό εργαλείο για τους κομμουνιστές. Η αποστολή των κομμουνιστών στη διάρκεια του καπιταλισμού δεν είναι να βελτιώσουν τη συμμετοχή της εργατικής τάξης στα αστικά δημοκρατικά παιχνίδια, αλλά να την οργανώσουν γύρω από την επαναστατική γραμμή που εκφράζει το κομμουνιστικό κόμμα. Αξιώνοντας μια ανάλογη σχέση μεταξύ της συνείδησης των εργαζόμενων μαζών και του επιπέδου των αστικών δημοκρατικών θεσμών, έχουμε στην καλύτερη περίπτωση, μια λανθασμένη ερμηνεία του «Τι να κάνουμε;» και στην πραγματικότητα μια γυμνή άρνηση των λενινιστικών αρχών. Εάν δεν εγκαταλειφθεί αυτή η άποψη, δεν μπορεί να κατανοηθεί η οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Προσπαθούμε να θίξουμε αυτό το ζήτημα στο επόμενο μέρος.
Πηγή: ΚΟΜΕΠΣυνεχίζεται...
Το οτι ο Καπιταλισμος στηριζει τον Αντικομμουνισμο του πανω στα προσωπα των Λενιν Σταλιν τα λεει ολα. Και ασφαλως βασιζεται πανω στην επικρατηση του οπορτουνισμου το 1956 και στον βοθρο που εβγαλε Η Διαστρεβλωση της Ειρηνικης συνυπαρξης απο ειδικη μορφη ταξικης παλης σε παραδοση στον καπιταλισμο ειναι εγκλημα του οπορτουνισμου. Η Παραδοση της Αυστριας το 1955 η αποσυρση των υποβριχιων απο τον αυλώνα το 1961 η αποσυρση των πυραυλων απο την Κουβα το 1961 και η απαραδεκτες υποχωρησεις στις συμφωνιες του Ελσινκι το 1972 ειναι απαραδεκτες ενεργειες του Οπορτουνισμου. Πρεπει να γινει συνειδηση απο τους Κομμουνιστες. Ο Οπορτουνισμος δεν διαφορετικη αποψη. Απο το 1914 δεν αποτελει διαφορετικη αποψη επισημα. ειναι τα τσιρακια του καπιταλισμου μεσα στις γραμμες μας ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ αποσυρση των πυραυλων απο την Κουβα και γενικα ο χειρισμος του Χρουτσοφ στην κριση υπηρξε μια απο τις βασικες αιτιες που καθαιρεθηκε το 64'. Αν και εδω εχω ενα προβληματισμο: τι αλλη επιλογη υπηρχε περα απο μια συμφωνια σαν και αυτη; Μια αλλη συμφωνια με πιο ευνοικους ορους η να τζογαρει πονταροντας οτι οι αμερικανοι δεν θα πατησουν το κουμπι του πυρηνικου ολεθρου; Νομιζω τα πραγματα ειναι λιγο πιο συνθετα εκει.
ΔιαγραφήΟ.Χ.Ε.Π.
κατα την γνωμη μου αν επρεπε να γινει συμφωνια αυτη επρεπε να ητανε φευγουνε οι πυραυλοι φευγετε απο το Γκουανταμο. Κι βεβαια να ειχε ενημερωθει η Κουβανικη ηγεσια. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΔιαγραφήΤο επιχειρημα του Καουτσκι οτι η Παρισινη Κομμουνα ηταν αποτελεσμα ολων των Ρευματων................Ενω η ρωσικη Επανασταση ητανε Δικτακτορια για λειπανε τα αλλα ρευματα ειναι ολα τα λεφτα. Μα για αυτο συνετριβει η Κομμουνα το 1871 Γιατι σταματησε μπροστα στην Κεντρικη Τραπεζα που την αφησε Αθικτη και δεν προχωρησε στις Βερσαλιες για την νικη. Χωρια οτι με αυτα που λεει ο Καουτσκι βγαζει απο την αλλη μερια αχρηστα τα παραμυθια του Πετροπουλου για τον Λενιν που ταχα υποστηριζε τα πολιτικα μετωπα και τα παραμυθια για δυαδικες εξουσιες και κυβερνησεις πολλων τυπων.....................Μιλαμε για πολλα γελια ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή