Στην πράξη εφαρμόστηκαν στις διάφορες χώρες ποικίλα συστήματα περιορισμού του δικαιώματος της ψήφου. Το εκλογικό σώμα περιορίστηκε με κριτήρια περιουσιακά έτσι ώστε τελικά δικαίωμα ψήφου είχαν μόνο οι αστοί και οι γαιοκτήμονες. Η σταδιακή διεύρυνση του εκλογικού δικαιώματος, κάτω από την πίεση των λαϊκών αγώνων, έδωσε το δικαίωμα αυτό και σε ορισμένες κατηγορίες μικροϊδιοκτητών της πόλης και του χωριού, οι οποίοι όμως εύκολα χειραγωγούνταν από τα κόμματα του κατεστημένου. Και, βέβαια, οι γυναίκες, το μισό και πλέον του πληθυσμού έμεναν αυστηρά εκτός εκλογικής διαδικασίας.
Ετσι, το γαλλικό επαναστατικό Σύνταγμα του 1793 διακήρυσσε την καθολική ψηφοφορία, αλλά αυτή ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Το 1814 δικαίωμα ψήφου είχαν 50.000 Γάλλοι σε σύνολο 30 εκατομμυρίων. Το 1830 το εκλογικό δικαίωμα επεκτάθηκε. Ψήφισαν τότε 250 χιλιάδες! Στις αρχές του 20ού αιώνα και μέχρι το 1940, παρότι είχε θεωρητικά καθιερωθεί η καθολική ψηφοφορία, δεν είχαν αυτό το δικαίωμα οι γυναίκες και άλλες κατηγορίες του πληθυσμού (στρατιωτικοί, πληθυσμός των αποικιών), με αποτέλεσμα να έχουν δικαίωμα ψήφου το 27% του πληθυσμού στη μητρόπολη και το 1% στις αποικίες της Γαλλίας.
Στη Βρετανία η διεύρυνση του εκλογικού δικαιώματος ήταν ακόμη περισσότερο αργή. Αντίστοιχη ήταν η εμπειρία των ΗΠΑ. Στις νότιες πολιτείες, η ψήφος εξαρτιόταν από την καταβολή ενός ορισμένου ύψους φόρου, ενώ αλλού εξαρτιόταν από ένα ορισμένο μορφωτικό επίπεδο. Αυτό αυτόματα απέκλειε από το δικαίωμα της ψήφου τα φτωχότερα στρώματα, τov μαύρο πληθυσμό και τα πλέον ριζοσπαστικά στοιχεία. Ακόμη και μετά την κατάργηση της σχετικής νομοθεσίας το 1965, οι γενικότερες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες εμπόδιζαν τov μαύρο πληθυσμό να εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους και ασκήσει το δικαίωμά του. Αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα, στην αυγή του 21ου αιώνα.
Πάντως, είναι χαρακτηριστικό ότι τα αστικά κράτη άρχισαν να επεκτείνουν το δικαίωμα της ψήφου στην εργατική τάξη και να υιοθετούν την καθολική ψηφοφορία αμέσως μετά την Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία. Οι αστικές τάξεις αναγκάστηκαν να προβούν σε τέτοιες υποχωρήσεις, προκειμένου να διασώσουν την εξουσία τους και να διαμορφώσουν μια εικόνα δημοκρατίας για τα αστικά κράτη. Αυτό έγινε υπό την αυξανόμενη αίγλη της πρώτης νικηφόρας σοσιαλιστικής επανάστασης, η οποία όχι απλώς καθιέρωσε το καθολικό δικαίωμα «εκλέγειν και εκλέγεσθαι» σε άντρες και γυναίκες από 18 ετών, αλλά σηματοδότησε την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους άλλους εργαζόμενους. Ετσι, πρώτη η Βρετανία από τα αστικά κράτη εισάγει την καθολική ψηφοφορία το 1918 για τους άντρες κάτω των 21 ετών και για τις γυναίκες κάτω των 30 ετών.
Στις περισσότερες όμως αστικές δημοκρατίες η καθολική ψηφοφορία καθιερώθηκε μετά το 1945, όταν η εργατική τάξη και οι λαοί πολλών χωρών της Ανατολικής Ευρώπης κατέκτησαν την εξουσία. Το αντιφασιστικά αισθήματα των λαών ήταν πολύ ισχυρά, το εργατικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα είχε δυναμώσει εξαιρετικά στην Ευρώπη και σε όλο τov κόσμο. O κίνδυνος για την αστική τάξη ήταν πλέον πολύ μεγάλος. Ετσι, ακολούθησε δύο συμπληρωματικές μεταξύ τους μεθόδους: Σε μερικά κράτη παραχώρησε το καθολικό εκλογικό δικαίωμα, σε άλλα αξιοποίησε την πιο ακραία, αιματηρή καταστολή, ενώ συχνός υπήρξε o συνδυασμός των δύο πρακτικών.
Στη χώρα μας η καθολική ψηφοφορία υιοθετήθηκε το 1952, μετά τη βίαιη κατάπνιξη από τov ιμπεριαλισμό του λαϊκού επαναστατικού κινήματος, ενώ το ηλικιακό όριο του «εκλέγειν» κατέβηκε στα 18 έτη μόλις το 1981. Στη Γαλλία οι γυναίκες ψήφισαν πρώτη φορά μετά τov Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην Ελβετία, «πρότυπο δημοκρατίας» για τους αστούς, οι γυναίκες δεν ψήφιζαν μέχρι το 1971! Στην Αγγλία μόνο το 1948 καταργήθηκε η πολλαπλή ψήφος που έδινε τη δυνατότητα στους επιχειρηματίες να ψηφίζουν και στον τόπο κατοικίας τους και στον τόπο που βρίσκεται η επιχείρησή τους.
Η προτίμηση του πλειοψηφικού
Εκ των πραγμάτων όμως, η συμμετοχή της εργατικής τάξης στις εκλογικές διαδικασίες έκανε αναγκαία την αναβάθμιση των άλλων μηχανισμών ελέγχου της εκλογικής διαδικασίας και της συνείδησης και της ψήφου των λαϊκών στρωμάτων. Στο πλαίσιο αυτό αυξήθηκε o ρόλος των ιδεολογικών μηχανισμών χειραγώγησης των εργαζομένων γενικά, αλλά και ειδικά στις εκλογές, ενώ αυξήθηκε σχετικά και o ρόλος των εκλογικών συστημάτων με τη στενή έννοια, του μηχανισμού δηλαδή με τov oπoίo συσχετίζονται οι ψήφοι και οι ψηφοφόροι με τους αντιπροσώπους τους στο Κοινοβούλιο.
Η αστική τάξη, όταν ήταν επαναστατική στην πάλη της ενάντια στη φεουδαρχία, υποστήριζε ότι οι αντιπρόσωποι πρέπει να καθρεφτίζουν πιστά τις τάσεις των εκλογέων, γι' αυτό και τασσόταν υπέρ της αναλογικής: όσες ψήφους παίρνει δηλαδή ένας συνδυασμός στις εκλογές, ακριβώς αντίστοιχο ποσοστό να παίρνει σε έδρες στο Κοινοβούλιο.
Στην πράξη όμως η αστική τάξη έδειξε γρήγορα την προτίμησή της σε ένα άλλο είδος εκλογικού συστήματος που έγινε το κυρίαρχο: στο πλειοψηφικό. Τέτοιο σύστημα ίσχυε στη χώρα μας διαρκώς μέχρι το 1926. Στο πλειοψηφικό, άσχετα με τις παραλλαγές του, το κόμμα που παίρνει τις περισσότερες ψήφους καταλαμβάνει και την έδρα ή τις έδρες, ανάλογα αν έχουμε μονοεδρικές ή πολυεδρικές περιφέρειες. Ετσι όμως οι ψήφοι των συνδυασμών που μειοψήφησαν, ακόμη και αν μειοψήφησαν με 49%, πάνε χαμένοι.
Το πλειοψηφικό συναντάται σε δύο βασικές παραλλαγές. Στην πρώτη o συνδυασμός που καταλαμβάνει την έδρα είναι αυτός που θα λάβει το 50% συν μία ψήφο. Οταν αυτό δε γίνει στον πρώτο γύρο, προβλέπεται και ένας δεύτερος όπου συμμετέχουν οι δύο πρώτοι συνδυασμοί που πλειοψήφησαν σχετικά στον πρώτο γύρο.
Στη δεύτερη παραλλαγή του, την έδρα ή τις έδρες καταλαμβάνει το κόμμα που πλειοψήφησε σχετικά. Η παραλλαγή αυτή είναι ακόμη πιο αντιδημοκρατική και άδικη. Δηλαδή, αν έχουμε πλειοψηφικό σε περιφέρεια που εκλέγει δέκα βουλευτές και λάβουν το κόμμα Α 30%, το Β 29%, το Γ 28%, το Δ 13%, το Α παίρνει και τις δέκα έδρες, ενώ οι ψήφοι που έλαβαν τα άλλα κόμματα πετιούνται στον κάλαθο των αχρήστων.
Αυτό το δεύτερο σύστημα πλειοψηφικού είναι αυτό που ισχύει ανέκαθεν στις ΗΠΑ. Σε κάθε πολιτεία που αποτελεί και εκλογική περιφέρεια καταλαμβάνει όλες τις έδρες των εκλεκτόρων (οι οποίοι ψηφίζουν μετά για τov πρόεδρο) όποιο ψηφοδέλτιο λάβει τη σχετική πλειοψηφία των ψήφων. Αυτό σημαίνει ότι αν ένα κόμμα συγκεντρώσει ακόμη και το 49% σε όλες τις πολιτείες δε θα εκλέξει κανέναν εκλέκτορα, αν o αντίπαλός του πάρει αντίστοιχα το 51%. Ακόμη περισσότερο, στην πράξη σημαίνει ότι κόμματα με ισχυρή παρουσία της τάξης του 5%, 10%, 20% δεν αντιπροσωπεύονται στους εκλέκτορες. Αυτό συνέβη παλαιότερα με τους υποψηφίους των προοδευτικών δυνάμεων και στις τελευταίες προεδρικές εκλογές με τov υποψήφιο πρόεδρο των Πρασίνων.
Επίσης, μπορεί να συμβεί το κόμμα που έλαβε την πλειοψηφία των εκλεκτόρων να αποτελεί μειοψηφία. Πώς γίνεται αυτό: Σε μια εκλογική περιφέρεια που εκλέγει π.χ. 20 εκλέκτορες. o συνδυασμός Α παίρνει 30 χιλ. ψήφους και o Β 29 χιλ. Ο Α παίρνει και τους 10 εκλέκτορες. Το ίδιο συμβαίνει και σε μια άλλη άλλη δεκαεδρική περιφέρεια. Σε μια τρίτη δεκαεδρική (όλες αντιπροσωπεύουν περίπου τov ίδιο πληθυσμό) o Α παίρνει 0 ψήφους και o Β 59 χιλ. Αν υποθέσουμε ότι αυτές οι τρεις είναι όλες οι περιφέρειες, βλέπουμε ότι o Α με σύνολο ψήφων 60 χιλ. πήρε 40 αντιπροσώπους, ενώ o Β με σύνολο ψήφων 117 χιλ. (29+29+59) παίρνει 20 μόνο εκλέκτορες. Αυτό έχει συμβεί τρεις φορές στις ΗΠΑ και έτσι τους περισσότερους εκλέκτορες απέκτησε και εκλέχτηκε πρόεδρος από το κόμμα που μειοψήφησε σε πανεθνικό επίπεδο.
Είναι λοιπόν εύλογη η προτίμηση της αστικής τάξης στο πλειοψηφικό. Και εκλογές γίνονται και τα αποτελέσματα είναι αυστηρά ελεγχόμενα. Με επιτυχία για την αστική τάξη χρησιμοποιήθηκε το πλειοψηφικό σε πολλές άλλες χώρες. Ετσι, για παράδειγμα, χάρη στο πλειοψηφικό δύο γύρων, το Γαλλικό ΚΚ στις εκλογές του 1958 πήρε πανεθνικά 3.882.000 ψήφους και 10 έδρες στη Βουλή, ενώ το δεξιό κόμμα του Ντε Γκολ πήρε πανεθνικά 3.608.000 ψήφους και έλαβε 189 έδρες! Επίσης, στην κρίσιμη εκλογή του 1968 το Γαλλικό ΚΚ έλαβε το 7% των εδρών παρότι είχε λάβει το 20% των ψήφων.
Οι ενισχυμένες αναλογικές
Στα συστήματα αυτά εγκαταλείπεται λοιπόν το πλειοψηφικό, εγκαθιδρύεται μια σχετική αναλογία ανάμεσα στις ψήφους που παίρνει κάθε κόμμα και στις έδρες που καταλαμβάνει. Η αναλογία αυτή όμως είναι σχετική και καμιά φορά πάρα πολύ σχετική, τόσο που υπάρχουν συστήματα ενισχυμένης αναλογικής που είναι εξίσου αντιδημοκρατικά και νοθεύουν τα αποτελέσματα όσο είναι και το πλειοψηφικό ή καμιά φορά ακόμη περισσότερο και από αυτό.
Σε όλες τις μορφές της ενισχυμένης αναλογικής (που όσο πιο «ενισχυμένη» είναι, τόσο λιγότερο αναλογική είναι) οι ψήφοι των κομμάτων που είναι δεύτερα, τρίτα κλπ. στη σειρά, ληστεύονται σε όφελος του πρώτου κόμματος, σπανιότερα σε όφελος και του δεύτερου. Οι εμπειρίες της χώρας μας ιδιαίτερα στην πιο πρόσφατη στη μνήμη μεταπολιτευτική περίοδο είναι εύγλωττες.
[...]
Πηγή: Ριζοσπάστης
Το δικαιότερο εκλογικό σύστημα στον καπιταλισμό είναι η απλή αναλογική ώστε ότι παίρνεις σε ψήφους να αντιστοιχεί και σε βουλευτικές έδρες. Αυτό έχει σημασία για το Κ.Κ ...και τίποτα άλλο.... Την καλημέρα μου TRASH. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή@ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
ΔιαγραφήΤο θέμα είναι το όποιο κοινοβούλιο να είναι αντιπροσωπευτικό των απόψεων που υπάρχουν στην κοινωνία (η απλή κ ανόθευτη αναλογική δηλαδή). Αυτό δεν είναι το "ιερό κ το όσιο" υποτίθεται της αστικής δημοκρατίας; Η κυριαρχία δηλαδή της εκλογικής πλειοψηφείας;
Ε, ούτε αυτό δεν τολμάνε να κάνουν και κυβερνάνε με μειοψηφικές (που εκφράζουν δηλαδή λιγίτερο από το 50% του λαού) κυβερνήσεις, σχεδόν κατά κανόνα...
TRASH. Ασφαλώς και δεν τολμάνε γιατί πάντα φοβούνται. Για αυτό ακόμα και με τα δικά τους μέτρα κυβερνάνε μειοψηφικά σε σχέση με το σύνολο του πληθυσμού. Αυτή είναι η δημοκρατία των καπιταλιστών. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Διαγραφή