Οι mainstream «αφηγήσεις» καταφεύγουν (επιφανειακά…) στις ευθύνες των ψηφοφόρων όταν πρέπει να κρύψουν τις λειτουργίες των παρακρατικών μηχανισμών και κυκλωμάτων· για να απομακρυνθούν απ’ αυτές όταν θέλουν να τους κολακέψουν χαρακτηρίζοντάς τους «παιδιά»: παρασέρνονται… Σύμφωνα μ’ αυτές τις «αφηγήσεις» μερικές εκατοντάδες χιλιάδες υπήκοοι «παρασύρθηκαν» ψηφίζοντας τα βοθρολύματα εξαιτίας της «κρίσης», των «μνημονίων», κλπ. Συμφέροντα δεν είχαν…
-Και ο ρατσισμός των μικροαστών; Το γεγονός ότι τα βοθρολύματα επεδείκνυαν την βία τους κατά των μεταναστών απ’ το 2012 και μετά, και το ότι επιδεικνύοντάς την κέρδιζαν διαρκώς «καρδιές και μυαλά», δεν εμπίπτει στα απόνερα ούτε της «κρίσης», ούτε των «μνημονίων»! Ο ρατσισμός στο ελλαδιστάν έρχεται χρονικά από πολύ παλιότερα, απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ’90, εναντίον των βαλκάνιων και ακόμα εντονότερα των αλβανών μεταναστών / εργατών. Όμως ακόμα και τότε αυτή η βρωμιά του μικροαστικού βούρκου, έβγαινε μεν απ’ τα συμφέροντα και τις ιδεολογίες της κοινωνικής βάσης, νομιμοποιούνταν όμως (και, άρα, διευκολυνόταν) απ’ τους κρατικούς θεσμούς: πόσα δικαστήρια καταδίκασαν δολοφόνους αλβανών εργατών και πόσα τους αθώωσαν υπό τα χειροκροτήματα του «λαού»; Πόσοι μπάτσοι άσκησαν βία χωρίς καμμιά συνέπεια σε βάρος αυτής της πολιτικά απαγορευμένης εργατικής τάξης; Η απάντηση είναι γνωστή.
Εν τέλει ο ρατσισμός, που ήταν ένα απ’ τα ελκυστικότερα χαρακτηριστικά (αν όχι το ελκυστικότερο) των βοθρολυμάτων στη διάρκεια της ένδοξης κοινοβουλευτικοποίησής τους, αφενός περιλαμβάνεται σε μια ιδεολογική και συμφεροντολογική ατζέντα πολύ μεγαλύτερη και παλιότερη απ’ τα «μνημόνια»· αφετέρου αποτελούσε πάντα ένα υλικό «διαλόγου» του «λαού» με τους κρατικούς θεσμούς. Έτσι ώστε και εκεί να μπορούν να κρυφτούν οι δομές εξουσίας πίσω απ’ το λαϊκό φρόνημα…
Ένα παράδειγμα αφορά την στοχοποίηση των μεταναστών εργατών απ’ το πακιστάν. Ως τις αρχές της δεκαετίες του ’00 κάθε μικροαστός ρατσιστής που ήθελε να αποδείξει ότι δεν είναι τέτοιος, θα έβγαζε μπροστά την γνώμη του για τους εργάτες από το πακιστάν («είναι ήσυχοι και εργατικοί») σε αντιδιαστολή με τους εργάτες από την αλβανία («είναι κλέφτες και κακοποιοί»). Η πρώτη «καλή κουβέντα» ήταν το πλυντήριο του αντι-αλβανικού ρατσισμού· ο οποίος «έδενε» πάντα με τα «εθνικά θέματα», την «βόρεια ήπειρο που είναι κουκλίτσα αληθινή», και τα υπόλοιπα…
Ξαφνικά, λίγο πριν τους ολυμπιακούς του 2004, οι μετανάστες απ’ το πακιστάν στοχοποιήθηκαν, απ’ τα «πάνω». Σαν ύποπτοι τρομοκρατίας, σαν ύποπτοι συμπάθειας προς τους τζιχαντιστές, σαν μουσουλμάνοι, σαν ασύμβατοι με τον σπουδαίο ελληνικό πολιτισμό. Αυτή η δουλειά, το επαναλαμβάνουμε ξεκίνησε απ’ τα πάνω. Από το επίσημο κράτος… Έγινε, στη συνέχεια, ευμενώς δεκτή απ’ την κοινωνική ρατσιστική βάση, ειδικά απ’ την στιγμή που οι αλβανοί εργάτες και οι οικογένειες τους άρχισαν να γίνονται δυσδιάκριτοι (ή οπλισμένοι, σαν στρατιώτες των ντόπιων κυκλωμάτων του οργανωμένου εγκλήματος) – υπήρχε ένα «κενό μίσους» για τους ντόπιους ρατσιστές. Δεν πρέπει να ξεχαστεί ωστόσο αυτό το «απο πάνω»: η βάση της στοχοποίησης δεν είχε σχέση με την αλλαγή συμπεριφοράς των ήσυχων και εργατικών ασιατών μεταναστών, με κάτι δηλαδή που οι μικροαστοί θα μπορούσαν να επικαλεστούν μέσα απ’ τις περιορισμένες κοινωνικές εμπειρίες τους, αλλά με την εξωτερική, ιμπεριαλιστική πολιτική του ελληνικού κράτους και την συμμαχία με τις ηπα και την αγγλία στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».
Το σημαντικότερο «συν» στην «λαϊκή» νομιμοποίηση των βοθρολυμάτων ήταν ωστόσο ότι αυτά, διατηρώντας ακέραια τα δολοφονικά, παρακρατικά τους χαρακτηριστικά, προτάθηκαν, «κατασκευάστηκαν», σαν πρόταση εξουσίας. Υπάρχει ένα ιστορικό προηγούμενο σοβαρής κοινοβουλευτικής παρουσίας ακροδεξιών (χουντικών κατά κύριο λόγο) στο ελληνικό κοινοβούλιο: στις εκλογές του 1977 η «εθνική παράταξη» είχε μαζέψει 350.000 ψήφους (6,82% και 5 έδρες). Δεν θα αναλύσουμε εδώ το που οφειλόταν εκείνο το ξεθάρρεμα των χουντικών. Το γεγονός είναι ότι πως απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ’70 ως και τις αρχές της δεκαετίας του 2010, για 3 δεκαετίες δηλαδή, το εκτεταμένο φασιστο / ρατσιστικό υπόστρωμα του ελληνικού λαού δεν αναζήτησε μια πρόταση εξουσίας στα μέτρα του. Ο πολιτικός προσοδισμός δούλευε, σε γενικές γραμμές, μέσα στα «δημοκρατικά πλαίσια».
Στη διάρκεια της διαχείρισης της κρίσης, και μάλιστα στην αφετηρία της, με δεδομένο το εκτεταμένο υπόστρωμα ρατσισμού, εθνικισμού και μιλιταρισμού, μια άγρια (βοθρολυματική) «πρόταση εξουσίας» δεν ήταν μόνο ανάγκη των μικροαστών. Ήταν, επίσης, κυρίως ανάγκη του συστήματος. Αν δεν γινόταν συστηματικά και μεθοδευμένα η κινητοποίηση του βαθέος κράτους υπέρ των βοθρολυμάτων, η κοινοβουλευτικοποίησή τους σαν λαϊκή option δεν θα υπήρχε. Το ακροδεξιό κοινοβουλευτικό φάσμα θα τέλειωνε στο λα.ο.σ. ή σε κάτι παρόμοιο.
Επιμένουμε πάντα στην αφετηριακή σημασία της δολοφονικής προβοκάτσιας στις 5 Μάη του 2010. Κατά την γνώμη μας ήταν εκεί η ιστορική στιγμή που κατασκευάστηκε και εκδηλώθηκε μαζικά, με την συμμετοχή των πάντων (από βορθολύματα μέχρι ασφαλίτες και από κάμποσες εκατοντάδες πληρωμένων γηπεδικών μέχρι δεν ξέρουμε τι άλλο) για πρώτη φορά ένα συγκεκριμένο «ιδεο-φασιστικό» πλαίσιο ερμηνειών και δράσης περί κρίσης που ευνοούσε μια ακροδεξιά, ρατσιστική, εθνικιστική, μιλιταριστική «απάντηση στο πρόβλημα που μας δημιουργούν οι ξένοι / ευρωπαίοι και δντ». (Πόσες φορές άραγε έγινε επίκληση στην «πατριωτική αναγκαιότητα της παρέμβασης του στρατού» από τότε και μετά;) Αυτό το «ιδεο-φασιστικό» πλαίσιο κατασκευάστηκε απ’ τα πάνω. Υιοθετήθηκε βέβαια ακαριαία απ’ τους από κάτω, σε διάφορες παραλλαγές, με ελάχιστες φραστικές διαφοροποιήσεις. Αλλά τους ήρθε έτοιμο…
Κλείνοντας αυτήν την (αναγκαστικά) περιληπτική αναδρομή στην άνοδο των βοθρολυμάτων στην κεντρική πολιτική σκηνή, θα επιστρέψουμε στην αρχική μας θέση. Η δικαστική εξέλιξη που, παρά τις θριαμβολογίες περί «νίκης του αντιφασισμού και της δημοκρατίας» είναι ακόμα στα μισά της, στένεψε όσο ήταν δυνατόν την εστίαση, αποκλειστικά σ’ αυτόν τον επιχειρησιακό, εκτελεστικό βραχίονα του ελληνικού βαθέος κράτους / κεφάλαιου. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά: και η «δικαιοσύνη» τμήμα του κράτους είναι.
Το τραγικό βρίσκεται στο γεγονός ότι είναι ξανά η κρατική εκδοχή για τον ντόπιο φασισμό που υιοθετείται μαζικά, ακόμα και από (κατά δήλωσή τους) «πολιτικοποιημένους» και «αντιφασίστες». Είναι βέβαια βολικό αυτό. Όταν, όμως, κλείνει κανείς τα μάτια του στους σύγχρονους μηχανισμούς της πραγματικής καπιταλιστικής εξουσίας, είναι πάντα πιθανό πως όταν τα ανοίγει θα βλέπει μπροστά του τέρατα… Όσοι τολμούσαν να κάνουν την δύσκολη έως και επικίνδυνη δουλειά να αναζητήσουν τα πραγματικά αφεντικά των βοθρολυμάτων, θα ανακάλυπταν και τους ηθικούς αυτουργούς των δολοφονιών στη marfin…
Πηγή: Sarajevo (1+2)
Βλέπε ακόμη:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου, άν δεν υπάρχει εγγραφή στον blogger ή άλλη διαδυκτιακή υπηρεσία (βλέπε όροι σχολιασμού στο πάνω μέρος της σελίδας).
Ανώνυμα και υβριστικά σχόλια μπορούν να διαγράφονται χωρίς άλλη προειδοποίηση.