Συνέχεια από προηγούμενο
Τα περί «εθνικής ενότητας» και η ζημιά
Εναν περίπου μήνα πριν από την απελευθέρωση της Αθήνας, το ΕΑΜ προσχώρησε στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» του Γ. Παπανδρέου. Πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης αποτελεί το «Εθνικόν Συμβόλαιον του Λιβάνου», το οποίο άνοιγε το δρόμο για την εγκατάσταση της εξουσίας της αστικής τάξης στην Ελλάδα. Χωρίς αμφιβολία, η όλη εξέλιξη συνιστούσε μια πολύ σοβαρή υποχώρηση του ΕΑΜ έναντι του αστικού κόσμου, που δεν είχε κάνει το παραμικρό για την απελευθέρωση της χώρας, αλλά και έναντι της Αγγλίας που κατάφερνε, για άλλη μια φορά, να προωθήσει τα ιμπεριαλιστικά της σχέδια στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο.
Το ΚΚΕ, ουσιαστικά, αποδέχτηκε τη Συμφωνία του Λιβάνου, περιορίζοντας το όλο πρόβλημα στο ζήτημα της αντικατάστασης του Γ. Παπανδρέου, στη συνεδρίαση της ΚΕ του που έγινε στις 2-3 Αυγούστου του 1944. Ο Γραμματέας της ΚΕ του Κόμματος Γ. Σιάντος όμως είχε εγκρίνει τη Συμφωνία του Λιβάνου για λογαριασμό του Κόμματος, με την ομιλία που έκανε στην ΠΕΕΑ, λίγες μέρες πριν τη συνεδρίαση της ΚΕ του ΚΚΕ, στις 27 Ιούλη του 1944, λέγοντας μεταξύ άλλων: «Επειδή πιστεύουμε τόσο ειλικρινά στην ανάγκη της ενότητας, γι' αυτό δηλώνω ότι η συμφωνία του Λιβάνου και η δράση της αντιπροσωπείας μας τόσο στο Λίβανο, όσο και στο Κάιρο, είναι μέσα στην πολιτική μας γραμμή»... Στην ίδια συνεδρίαση της ΠΕΕΑ, ο Σιάντος αποδέχτηκε και την πρόταση του Αλ. Σβώλου που περιόριζε το όλο πρόβλημα με τη συμφωνία του Λιβάνου στο αίτημα της αντικατάστασης του Γ. Παπανδρέου. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ επικύρωσε και δικαιολόγησε αυτήν την τακτική.
Ετσι, οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ είχαν μπει στη δίνη μιας σειράς απαράδεκτων υποχωρήσεων, απέναντι στην ντόπια ολιγαρχία και τους Αγγλους, που συνεχίστηκε με την υπογραφή της Συμφωνίας της Καζέρτας στις 26 Σεπτέμβρη 1944.
Στις 12 Οκτώβρη 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα. Είναι γνωστό ότι είχε προηγηθεί συμφωνία Εγγλέζων - Γερμανών με την ήττα και την υποχώρηση των Γερμανών, να μείνουν ανέπαφες οι δυνάμεις τους. Τις χρειαζόταν για την παγκόσμια μεταπολεμική εξέλιξη, θεωρώντας ότι είναι ακόμη χρήσιμες στο ανατολικό μέτωπο, δηλαδή στη δημιουργία περαιτέρω δυσκολιών στο σοβιετικό Κόκκινο Στρατό, στην αντεπίθεσή του για την απελευθέρωση της Ευρώπης και κυρίως, για να προλάβουν, ώστε να μην εισέλθει πρώτος στο γερμανικό έδαφος.
Στις 30 Οκτώβρη στις 2 μ.μ. τα τμήματα της ΧΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ απελευθέρωσαν τη μακεδονική πρωτεύουσα.
Στις 3 Νοέμβρη 1944, τα τελευταία χιτλερικά τμήματα εγκατέλειψαν την αιματοποτισμένη ελληνική γη.
Ο ελληνικός λαός, λευτερώνοντας την πατρίδα του, έπειτα από σκληρούς και ηρωικούς αγώνες, που είχε διεξάγει με την καθοδήγηση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, χαιρόταν την ατίμητη λευτεριά, που είχε κερδίσει με θυσίες, αίμα και δάκρυα. Μα ταυτόχρονα ήταν εξαιρετικά ανήσυχος. Η θανάσιμη, για τη δική του προοπτική, απειλή διαγραφόταν κιόλας στον ορίζοντα.
Αρχές Οκτώβρη, άρχισαν να αποβιβάζονται τα πρώτα βρετανικά στρατεύματα, με βάση το σχέδιο «Μάνα» στις ακτές της Δυτικής Πελοποννήσου, όταν και τα τελευταία τμήματα των χιτλερικών εγκατέλειπαν την περιοχή Αθήνας - Πειραιά. Η απόβαση δεν εξυπηρετούσε κανέναν απολύτως στρατηγικό ή τακτικό σκοπό στη διεξαγωγή του πολέμου κατά της Γερμανίας.
Στις 18 Οκτώβρη έφτασε στην Αθήνα η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (συμμετείχαν ως υπουργοί και στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ), συνοδευόμενη από τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι. Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, στο λόγο που εκφώνησε κατά την άφιξή του μίλησε για «λαοκρατία», ενώ ο ίδιος είχε ζητήσει επίμονα από τον Τσόρτσιλ να «αποστείλει επιβλητικές δυνάμεις» στην Ελλάδα «διότι τα πολιτικά μέσα διά την αντιμετώπισιν της κρισίμου καταστάσεως δεν ήσαν πλέον επαρκή».
Ο ηρωικός Δεκέμβρης του '44
Ο Γ. Παπανδρέου και οι Αγγλοι ζητούσαν επίμονα τη διάλυση του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής και επέμειναν στη διατήρηση της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου, δηλαδή των ενόπλων σωμάτων της άρχουσας τάξης.
Την 1η του Δεκέμβρη, ο Σκόμπι κοινοποίησε στον ΕΛΑΣ προκήρυξη, που καθόριζε ημερομηνία έναρξης της αποστράτευσης των ανταρτικών δυνάμεων την 10ην Δεκέμβρη. Ταυτόχρονα, ο Γ. Παπανδρέου συγκαλούσε την κυβέρνηση, εν αγνοία των υπουργών του ΕΑΜ, κι αποφάσιζε την άμεση διάλυση της Εθνικής Πολιτοφυλακής σε πολλές περιφέρειες της χώρας. Την ίδια μέρα, παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση οι υπουργοί του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ.
Στις 3 Δεκέμβρη, ο αθηναϊκός λαός βρισκόταν σε συναγερμό. Ατέλειωτοι χείμαρροι κόσμου κατέκλυσαν τους δρόμους, που οδηγούσαν στην πλατεία Συντάγματος, σε μεγάλη ειρηνική πορεία, προκειμένου να παρεμποδίσουν τα σχέδια της ελληνικής ολιγαρχίας που στηριζόταν στους Αγγλους ιμπεριαλιστές.
Η ειρηνική διαδήλωση χτυπήθηκε με τα όπλα. 30 νεκροί και πάνω από 100 τραυματίες ήταν ο αιματηρός απολογισμός της εγκληματικής αυτής ενέργειας της αντίδρασης.
Στις 4 Δεκέμβρη, η αδούλωτη Αθήνα και ο αδάμαστος Πειραιάς σηκώθηκαν στο πόδι, για να συνοδέψουν στην τελευταία τους κατοικία τα θύματα της μονόπλευρης από τη μεριά της άρχουσας τάξης ένοπλης βίας και να απαιτήσουν την άμεση παραίτηση της ματοβαμμένης κυβέρνησης. Σε συγκλονιστική ατμόσφαιρα πένθους δεκάδες χιλιάδες λαού συνόδευαν τους νεκρούς. Οταν η πένθιμη πομπή έφτασε στην πλατεία Συντάγματος, οι διαδηλωτές γονάτισαν. Ορκίστηκαν στη μνήμη των νεκρών. Εψαλαν το «Πένθιμο Εμβατήριο». Πάνω από το ανταριασμένο πλήθος υψωνόταν ένα πανό που έγραφε: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει τις αλυσίδες ή τα όπλα». Και αυτή η πορεία χτυπήθηκε με όπλα.
Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Δεκέμβρη βρετανικά τεθωρακισμένα κύκλωσαν και αφόπλισαν το 2ο Σύνταγμα της ΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Στην πορεία, η σύγκρουση επεκτάθηκε και γενικεύτηκε. Κλιμακωτά στις επιχειρήσεις του Δεκέμβρη πήραν μέρος η 3η Ορεινή Ταξιαρχία (2.500), ο Ιερός Λόχος (500), η Χωροφυλακή (3.000) και άλλοι ένοπλοι σχηματισμοί δοσίλογων και 60 χιλιάδες αγγλικού στρατού με 80 αεροπλάνα, 200 τανκς και πολλά πυροβόλα, ενώ μονάδες του αγγλικού στόλου με τα πυροβόλα τους κανονιοβολούσαν την πρωτεύουσα και ταυτόχρονα εξασφάλιζαν τον εφοδιασμό των στρατευμάτων. Τις εχθρικές αυτές δυνάμεις τις αντιμετώπισαν τις πρώτες κρίσιμες μέρες το Α΄ Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ, 6.400 περίπου άνδρες με ελαφρά όπλα και 3.500 άνδρες της ΙΙης Μεραρχίας.
Ηδη άναβε το φιτίλι του Εμφυλίου. Που μπορεί να μην άρχισε ολοκληρωτικά αμέσως, αφού ακολούθησε μια προσωρινή ανάπαυλα με την υπογραφή της απαράδεκτης Συμφωνίας της Βάρκιζας το Φλεβάρη του 1945 που αφόπλισε το λαϊκό κίνημα.
Η Συμφωνία της Βάρκιζας
Μετά από την ήττα του το Δεκέμβρη του 1944, ο ΕΛΑΣ υπέγραψε ανακωχή με τους Αγγλους (11.1.1945), που καθόριζε ως ημερομηνία κατάπαυσης του πυρός την 14.1.1945. Η Συμφωνία προέβλεπε την αποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από μια σειρά περιοχές της Ελλάδας. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, στις 2.2.1945 ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις στη Βάρκιζα της Αττικής ανάμεσα στην κυβέρνηση Πλαστήρα και την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ.
Στις διαπραγματεύσεις που κράτησαν 10 ημέρες (2-12.2.1945) την κυβέρνηση Πλαστήρα εκπροσώπησαν οι Ιωάννης Σοφιανόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, Περικλής Θ. Ράλλης, υπουργός Εσωτερικών και ο Ιωάννης Μακρόπουλος υπουργός Γεωργίας. Το ΕΑΜ εκπροσώπησαν ο Γιώργης Σιάντος, Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, ο Μήτσος Παρτσαλίδης, Γενικός Γραμματέας της ΚΕ του ΕΑΜ, και ο Ηλίας Τσιριμώκος, Γενικός Γραμματέας της Ενωσης Λαϊκής Δημοκρατίας.
Η Συμφωνία της Βάρκιζας υπογράφηκε στις 7.30 μ.μ. της 12.2.1945 στη μεγάλη αίθουσα του υπουργείου Εξωτερικών, παρουσία Ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων. Στην υπογραφή της παραβρέθηκαν επίσης ο Μακμίλαν (υπουργός Μέσης Ανατολής της βρετανικής κυβέρνησης) και ο Λίπερ (πρεσβευτής της Μ. Βρετανίας στην Ελλάδα).
Τα βασικότερα σημεία της Συμφωνίας αφορούσαν τα ζητήματα της αμνηστίας και της αποστράτευσης (άρθρα 3 και 6 αντίστοιχα), όπου αναφέρονταν τα εξής:
«Αρθρον 3ον: Αμνηστία.
Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας του οποίου δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος. Ο σχετικός Νόμος θα δημοσιευθή άμα τη υπογραφή της παρούσης συμφωνίας. Εξαιρούνται της αμνηστίας όσοι, υπόχρεοι εις παράδοσιν όπλων άτε ανήκοντες εις τα οργανώσεις του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Πολιτοφυλακής και του ΕΛΑΝ, δεν παραδώσουν ταύτα μέχρι τις 15 Μαρτίου 1945. (...)
Αρθρον 6ον: Αποστράτευσις.
Αμα τη δημοσιεύσει του παρόντος, αποστρατεύονται αι ένοπλοι δυνάμεις Αντιστάσεως και συγκεκριμένως ο ΕΛΑΣ, τακτικός και εφεδρικός, το ΕΛΑΝ και η Εθνική Πολιτοφυλακή. Η αποστράτευσις και η παράδοσις των όπλων θέλουσι συντελεσθή κατά το ειδικώτερον διαλαμβανόμενα εις το πρωτόκολλον το συνταχθέν υπό της τεχνικής Επιτροπής».1
Αλλα σημαντικά άρθρα ήταν τα 7 και 8 που αφορούσαν τις εκκαθαρίσεις κρατικών υπαλλήλων και υπαλλήλων των Σωμάτων Ασφαλείας. Στο άρθρο 7 σχετικά με τους κρατικούς υπαλλήλους που πήραν μέρος στις μάχες του Δεκέμβρη προβλέπονταν τα εξής:
«Τα αυτά ως άνω Συμβούλια θα κρίνωσι τους υπαλλήλους οι οποίοι συμμετέσχον ή συνείργησαν εις την εκδήλωσιν των γεγονότων από της 1 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Τους εκ των τελευταίων τούτων ενεχομένους δύναται να θέσουν εις διαθεσιμότητα επί της βάσει των Νόμων, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης υπό της κυβερνήσεως, ήτις θα προέλθη από τας εκλογάς της Συντακτικής Συνελεύσεως».
Στο άρθρο 7 σχετικά με τα μέλη και στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας προβλεπόταν:
«Απαντες οι αξιωματικοί και οπλίται των εν λόγω Σωμάτων, οι εγκαταλείψαντες τας θέσεις των από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος, τίθενται εις διαθεσιμότητα, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης παρά Συμβουλίων περί ων θα αποφασίση η μέλλουσα να προέλθη εκ των εκλογών κυβέρνησις».(Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ β' τόμος 1949-1968, σελ. 623-624).
Στις 16.2.1945 ο Στέφανος Σαράφης και ο Αρης Βελουχιώτης υπέγραψαν την Ημερησία Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ.
Φυσικά, η Συμφωνία της Βάρκιζας δεν ήταν νομικό, αλλά τεράστιο πολιτικό θέμα. Και οι ευθύνες για την υπογραφή της πρέπει να αποδοθούν πρωταρχικά και κύρια στην τότε ηγεσία του ΚΚΕ. Μόνο το άρθρο 3 της Συμφωνίας να δει κανείς καταλαβαίνει το απαράδεκτο της υπογραφής της. Γιατί το άρθρο 3 λέει μέσα σε άλλα: «Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος».
Αυτό το άρθρο έδινε και τυπικά τη δυνατότητα στην αντίδραση να θέσει υπό ανελέητο διωγμό εκατοντάδες χιλιάδες αγωνιστές του ΕΑΜ. Σκηνοθετήθηκαν σε βάρος τους εγκλήματα του Κοινού Ποινικού Δικαίου, στήθηκαν δίκες και καταδίκες. Το ΕΑΜ παραδόθηκε βορά στις συμμορίες και στα επίσημα όργανα του αστικού κράτους. Στην Ελλάδα οργανώθηκε κατά του λαού ένα πογκρόμ δολοφονιών, εμπρησμών, βιασμών γυναικών, εκτελέσεων, συλλήψεων, φυλακίσεων, εκτοπίσεων.
Βεβαίως, το πρόβλημα για το λαό δεν ήταν μόνο το παραπάνω άρθρο της Συμφωνίας, που κατέληξε να γίνει το επίμαχο. Το πρόβλημα ήταν ολόκληρη η Συμφωνία, με βάση την οποία ο ΕΛΑΣ παρέδωσε τα όπλα και ταυτόχρονα από την πλευρά του ΕΑΜ αναγνωριζόταν ότι τα σύνορα του αστικού κράτους πήγαιναν μέχρι το βορρά, «βγαίνοντας» από την Αττικοβοιωτία και Φθιώτιδα, όπου έφταναν μετά τη μάχη του Δεκέμβρη 1944.
Συνεχίζεται...
Τα περί «εθνικής ενότητας» και η ζημιά
Εναν περίπου μήνα πριν από την απελευθέρωση της Αθήνας, το ΕΑΜ προσχώρησε στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» του Γ. Παπανδρέου. Πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης αποτελεί το «Εθνικόν Συμβόλαιον του Λιβάνου», το οποίο άνοιγε το δρόμο για την εγκατάσταση της εξουσίας της αστικής τάξης στην Ελλάδα. Χωρίς αμφιβολία, η όλη εξέλιξη συνιστούσε μια πολύ σοβαρή υποχώρηση του ΕΑΜ έναντι του αστικού κόσμου, που δεν είχε κάνει το παραμικρό για την απελευθέρωση της χώρας, αλλά και έναντι της Αγγλίας που κατάφερνε, για άλλη μια φορά, να προωθήσει τα ιμπεριαλιστικά της σχέδια στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο.
Το ΚΚΕ, ουσιαστικά, αποδέχτηκε τη Συμφωνία του Λιβάνου, περιορίζοντας το όλο πρόβλημα στο ζήτημα της αντικατάστασης του Γ. Παπανδρέου, στη συνεδρίαση της ΚΕ του που έγινε στις 2-3 Αυγούστου του 1944. Ο Γραμματέας της ΚΕ του Κόμματος Γ. Σιάντος όμως είχε εγκρίνει τη Συμφωνία του Λιβάνου για λογαριασμό του Κόμματος, με την ομιλία που έκανε στην ΠΕΕΑ, λίγες μέρες πριν τη συνεδρίαση της ΚΕ του ΚΚΕ, στις 27 Ιούλη του 1944, λέγοντας μεταξύ άλλων: «Επειδή πιστεύουμε τόσο ειλικρινά στην ανάγκη της ενότητας, γι' αυτό δηλώνω ότι η συμφωνία του Λιβάνου και η δράση της αντιπροσωπείας μας τόσο στο Λίβανο, όσο και στο Κάιρο, είναι μέσα στην πολιτική μας γραμμή»... Στην ίδια συνεδρίαση της ΠΕΕΑ, ο Σιάντος αποδέχτηκε και την πρόταση του Αλ. Σβώλου που περιόριζε το όλο πρόβλημα με τη συμφωνία του Λιβάνου στο αίτημα της αντικατάστασης του Γ. Παπανδρέου. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ επικύρωσε και δικαιολόγησε αυτήν την τακτική.
Ετσι, οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ είχαν μπει στη δίνη μιας σειράς απαράδεκτων υποχωρήσεων, απέναντι στην ντόπια ολιγαρχία και τους Αγγλους, που συνεχίστηκε με την υπογραφή της Συμφωνίας της Καζέρτας στις 26 Σεπτέμβρη 1944.
Στις 12 Οκτώβρη 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα. Είναι γνωστό ότι είχε προηγηθεί συμφωνία Εγγλέζων - Γερμανών με την ήττα και την υποχώρηση των Γερμανών, να μείνουν ανέπαφες οι δυνάμεις τους. Τις χρειαζόταν για την παγκόσμια μεταπολεμική εξέλιξη, θεωρώντας ότι είναι ακόμη χρήσιμες στο ανατολικό μέτωπο, δηλαδή στη δημιουργία περαιτέρω δυσκολιών στο σοβιετικό Κόκκινο Στρατό, στην αντεπίθεσή του για την απελευθέρωση της Ευρώπης και κυρίως, για να προλάβουν, ώστε να μην εισέλθει πρώτος στο γερμανικό έδαφος.
Στις 30 Οκτώβρη στις 2 μ.μ. τα τμήματα της ΧΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ απελευθέρωσαν τη μακεδονική πρωτεύουσα.
Στις 3 Νοέμβρη 1944, τα τελευταία χιτλερικά τμήματα εγκατέλειψαν την αιματοποτισμένη ελληνική γη.
Ο ελληνικός λαός, λευτερώνοντας την πατρίδα του, έπειτα από σκληρούς και ηρωικούς αγώνες, που είχε διεξάγει με την καθοδήγηση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, χαιρόταν την ατίμητη λευτεριά, που είχε κερδίσει με θυσίες, αίμα και δάκρυα. Μα ταυτόχρονα ήταν εξαιρετικά ανήσυχος. Η θανάσιμη, για τη δική του προοπτική, απειλή διαγραφόταν κιόλας στον ορίζοντα.
Αρχές Οκτώβρη, άρχισαν να αποβιβάζονται τα πρώτα βρετανικά στρατεύματα, με βάση το σχέδιο «Μάνα» στις ακτές της Δυτικής Πελοποννήσου, όταν και τα τελευταία τμήματα των χιτλερικών εγκατέλειπαν την περιοχή Αθήνας - Πειραιά. Η απόβαση δεν εξυπηρετούσε κανέναν απολύτως στρατηγικό ή τακτικό σκοπό στη διεξαγωγή του πολέμου κατά της Γερμανίας.
Στις 18 Οκτώβρη έφτασε στην Αθήνα η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (συμμετείχαν ως υπουργοί και στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ), συνοδευόμενη από τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι. Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, στο λόγο που εκφώνησε κατά την άφιξή του μίλησε για «λαοκρατία», ενώ ο ίδιος είχε ζητήσει επίμονα από τον Τσόρτσιλ να «αποστείλει επιβλητικές δυνάμεις» στην Ελλάδα «διότι τα πολιτικά μέσα διά την αντιμετώπισιν της κρισίμου καταστάσεως δεν ήσαν πλέον επαρκή».
Ο ηρωικός Δεκέμβρης του '44
Ο Γ. Παπανδρέου και οι Αγγλοι ζητούσαν επίμονα τη διάλυση του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής και επέμειναν στη διατήρηση της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου, δηλαδή των ενόπλων σωμάτων της άρχουσας τάξης.
Την 1η του Δεκέμβρη, ο Σκόμπι κοινοποίησε στον ΕΛΑΣ προκήρυξη, που καθόριζε ημερομηνία έναρξης της αποστράτευσης των ανταρτικών δυνάμεων την 10ην Δεκέμβρη. Ταυτόχρονα, ο Γ. Παπανδρέου συγκαλούσε την κυβέρνηση, εν αγνοία των υπουργών του ΕΑΜ, κι αποφάσιζε την άμεση διάλυση της Εθνικής Πολιτοφυλακής σε πολλές περιφέρειες της χώρας. Την ίδια μέρα, παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση οι υπουργοί του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ.
Στις 3 Δεκέμβρη, ο αθηναϊκός λαός βρισκόταν σε συναγερμό. Ατέλειωτοι χείμαρροι κόσμου κατέκλυσαν τους δρόμους, που οδηγούσαν στην πλατεία Συντάγματος, σε μεγάλη ειρηνική πορεία, προκειμένου να παρεμποδίσουν τα σχέδια της ελληνικής ολιγαρχίας που στηριζόταν στους Αγγλους ιμπεριαλιστές.
Η ειρηνική διαδήλωση χτυπήθηκε με τα όπλα. 30 νεκροί και πάνω από 100 τραυματίες ήταν ο αιματηρός απολογισμός της εγκληματικής αυτής ενέργειας της αντίδρασης.
Στις 4 Δεκέμβρη, η αδούλωτη Αθήνα και ο αδάμαστος Πειραιάς σηκώθηκαν στο πόδι, για να συνοδέψουν στην τελευταία τους κατοικία τα θύματα της μονόπλευρης από τη μεριά της άρχουσας τάξης ένοπλης βίας και να απαιτήσουν την άμεση παραίτηση της ματοβαμμένης κυβέρνησης. Σε συγκλονιστική ατμόσφαιρα πένθους δεκάδες χιλιάδες λαού συνόδευαν τους νεκρούς. Οταν η πένθιμη πομπή έφτασε στην πλατεία Συντάγματος, οι διαδηλωτές γονάτισαν. Ορκίστηκαν στη μνήμη των νεκρών. Εψαλαν το «Πένθιμο Εμβατήριο». Πάνω από το ανταριασμένο πλήθος υψωνόταν ένα πανό που έγραφε: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει τις αλυσίδες ή τα όπλα». Και αυτή η πορεία χτυπήθηκε με όπλα.
Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Δεκέμβρη βρετανικά τεθωρακισμένα κύκλωσαν και αφόπλισαν το 2ο Σύνταγμα της ΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Στην πορεία, η σύγκρουση επεκτάθηκε και γενικεύτηκε. Κλιμακωτά στις επιχειρήσεις του Δεκέμβρη πήραν μέρος η 3η Ορεινή Ταξιαρχία (2.500), ο Ιερός Λόχος (500), η Χωροφυλακή (3.000) και άλλοι ένοπλοι σχηματισμοί δοσίλογων και 60 χιλιάδες αγγλικού στρατού με 80 αεροπλάνα, 200 τανκς και πολλά πυροβόλα, ενώ μονάδες του αγγλικού στόλου με τα πυροβόλα τους κανονιοβολούσαν την πρωτεύουσα και ταυτόχρονα εξασφάλιζαν τον εφοδιασμό των στρατευμάτων. Τις εχθρικές αυτές δυνάμεις τις αντιμετώπισαν τις πρώτες κρίσιμες μέρες το Α΄ Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ, 6.400 περίπου άνδρες με ελαφρά όπλα και 3.500 άνδρες της ΙΙης Μεραρχίας.
Ηδη άναβε το φιτίλι του Εμφυλίου. Που μπορεί να μην άρχισε ολοκληρωτικά αμέσως, αφού ακολούθησε μια προσωρινή ανάπαυλα με την υπογραφή της απαράδεκτης Συμφωνίας της Βάρκιζας το Φλεβάρη του 1945 που αφόπλισε το λαϊκό κίνημα.
Η Συμφωνία της Βάρκιζας
Μετά από την ήττα του το Δεκέμβρη του 1944, ο ΕΛΑΣ υπέγραψε ανακωχή με τους Αγγλους (11.1.1945), που καθόριζε ως ημερομηνία κατάπαυσης του πυρός την 14.1.1945. Η Συμφωνία προέβλεπε την αποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από μια σειρά περιοχές της Ελλάδας. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, στις 2.2.1945 ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις στη Βάρκιζα της Αττικής ανάμεσα στην κυβέρνηση Πλαστήρα και την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ.
Στις διαπραγματεύσεις που κράτησαν 10 ημέρες (2-12.2.1945) την κυβέρνηση Πλαστήρα εκπροσώπησαν οι Ιωάννης Σοφιανόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, Περικλής Θ. Ράλλης, υπουργός Εσωτερικών και ο Ιωάννης Μακρόπουλος υπουργός Γεωργίας. Το ΕΑΜ εκπροσώπησαν ο Γιώργης Σιάντος, Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, ο Μήτσος Παρτσαλίδης, Γενικός Γραμματέας της ΚΕ του ΕΑΜ, και ο Ηλίας Τσιριμώκος, Γενικός Γραμματέας της Ενωσης Λαϊκής Δημοκρατίας.
Η Συμφωνία της Βάρκιζας υπογράφηκε στις 7.30 μ.μ. της 12.2.1945 στη μεγάλη αίθουσα του υπουργείου Εξωτερικών, παρουσία Ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων. Στην υπογραφή της παραβρέθηκαν επίσης ο Μακμίλαν (υπουργός Μέσης Ανατολής της βρετανικής κυβέρνησης) και ο Λίπερ (πρεσβευτής της Μ. Βρετανίας στην Ελλάδα).
Τα βασικότερα σημεία της Συμφωνίας αφορούσαν τα ζητήματα της αμνηστίας και της αποστράτευσης (άρθρα 3 και 6 αντίστοιχα), όπου αναφέρονταν τα εξής:
«Αρθρον 3ον: Αμνηστία.
Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας του οποίου δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος. Ο σχετικός Νόμος θα δημοσιευθή άμα τη υπογραφή της παρούσης συμφωνίας. Εξαιρούνται της αμνηστίας όσοι, υπόχρεοι εις παράδοσιν όπλων άτε ανήκοντες εις τα οργανώσεις του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Πολιτοφυλακής και του ΕΛΑΝ, δεν παραδώσουν ταύτα μέχρι τις 15 Μαρτίου 1945. (...)
Αρθρον 6ον: Αποστράτευσις.
Αμα τη δημοσιεύσει του παρόντος, αποστρατεύονται αι ένοπλοι δυνάμεις Αντιστάσεως και συγκεκριμένως ο ΕΛΑΣ, τακτικός και εφεδρικός, το ΕΛΑΝ και η Εθνική Πολιτοφυλακή. Η αποστράτευσις και η παράδοσις των όπλων θέλουσι συντελεσθή κατά το ειδικώτερον διαλαμβανόμενα εις το πρωτόκολλον το συνταχθέν υπό της τεχνικής Επιτροπής».1
Αλλα σημαντικά άρθρα ήταν τα 7 και 8 που αφορούσαν τις εκκαθαρίσεις κρατικών υπαλλήλων και υπαλλήλων των Σωμάτων Ασφαλείας. Στο άρθρο 7 σχετικά με τους κρατικούς υπαλλήλους που πήραν μέρος στις μάχες του Δεκέμβρη προβλέπονταν τα εξής:
«Τα αυτά ως άνω Συμβούλια θα κρίνωσι τους υπαλλήλους οι οποίοι συμμετέσχον ή συνείργησαν εις την εκδήλωσιν των γεγονότων από της 1 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Τους εκ των τελευταίων τούτων ενεχομένους δύναται να θέσουν εις διαθεσιμότητα επί της βάσει των Νόμων, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης υπό της κυβερνήσεως, ήτις θα προέλθη από τας εκλογάς της Συντακτικής Συνελεύσεως».
Στο άρθρο 7 σχετικά με τα μέλη και στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας προβλεπόταν:
«Απαντες οι αξιωματικοί και οπλίται των εν λόγω Σωμάτων, οι εγκαταλείψαντες τας θέσεις των από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος, τίθενται εις διαθεσιμότητα, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης παρά Συμβουλίων περί ων θα αποφασίση η μέλλουσα να προέλθη εκ των εκλογών κυβέρνησις».(Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ β' τόμος 1949-1968, σελ. 623-624).
Στις 16.2.1945 ο Στέφανος Σαράφης και ο Αρης Βελουχιώτης υπέγραψαν την Ημερησία Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ.
Φυσικά, η Συμφωνία της Βάρκιζας δεν ήταν νομικό, αλλά τεράστιο πολιτικό θέμα. Και οι ευθύνες για την υπογραφή της πρέπει να αποδοθούν πρωταρχικά και κύρια στην τότε ηγεσία του ΚΚΕ. Μόνο το άρθρο 3 της Συμφωνίας να δει κανείς καταλαβαίνει το απαράδεκτο της υπογραφής της. Γιατί το άρθρο 3 λέει μέσα σε άλλα: «Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος».
Αυτό το άρθρο έδινε και τυπικά τη δυνατότητα στην αντίδραση να θέσει υπό ανελέητο διωγμό εκατοντάδες χιλιάδες αγωνιστές του ΕΑΜ. Σκηνοθετήθηκαν σε βάρος τους εγκλήματα του Κοινού Ποινικού Δικαίου, στήθηκαν δίκες και καταδίκες. Το ΕΑΜ παραδόθηκε βορά στις συμμορίες και στα επίσημα όργανα του αστικού κράτους. Στην Ελλάδα οργανώθηκε κατά του λαού ένα πογκρόμ δολοφονιών, εμπρησμών, βιασμών γυναικών, εκτελέσεων, συλλήψεων, φυλακίσεων, εκτοπίσεων.
Βεβαίως, το πρόβλημα για το λαό δεν ήταν μόνο το παραπάνω άρθρο της Συμφωνίας, που κατέληξε να γίνει το επίμαχο. Το πρόβλημα ήταν ολόκληρη η Συμφωνία, με βάση την οποία ο ΕΛΑΣ παρέδωσε τα όπλα και ταυτόχρονα από την πλευρά του ΕΑΜ αναγνωριζόταν ότι τα σύνορα του αστικού κράτους πήγαιναν μέχρι το βορρά, «βγαίνοντας» από την Αττικοβοιωτία και Φθιώτιδα, όπου έφταναν μετά τη μάχη του Δεκέμβρη 1944.
Συνεχίζεται...
Πηγή: Ριζοσπάστης
Φαντομ εισαι πρωτος εξαιρετικη δουλεια σε παραδεχομαι.Τρομερα ντοκουμεντα μεσα απο την ιστορια του ΚΚΕ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή