-Τι είναι η συμπόρευση;
-Είναι κάτι που όταν το πλησιάζεις ένα βήμα, αυτό απομακρύνεται δύο. Όταν για παράδειγμα επιμένεις στη διατήρηση του ΜΕΡΑ, χάνεις το ΕΝΑΝΤΙΑ (2007). Όταν το πλησιάζεις στα δύο βήματα, απομακρύνεται τέσσερα. Όταν γίνεται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, φεύγει το ΕΕΚ (2009). Κι όταν συμφωνεί το Σχέδιο Β, διαφωνεί το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος (και η ΟΚΔΕ-Εργατική Πάλη με διαφορετικό σκεπτικό για να είμαστε ακριβείς).
Γιατί διαφωνούν;
Θεωρητικά διαφωνούν για τον κίνδυνο υποχώρησης του αγνού και ανόθευτου «αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ωστόσο παραμένει το ερώτημα κατά πόσο στην πράξη υπομονεύεται περισσότερο αυτός ο χαρακτήρας από τη συμπόρευση ή από τη στάση ορισμένων δυνάμεων στο μαζικό εργατικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Δεν είναι μυστικό για όποιον παρακολουθεί έστω από μακριά τις συζητήσεις στα κοινωνικά δίκτυα ότι οι σχέσεις μεταξύ των οργανώσεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ βρίσκονται σε οριακό σημείο.
Ένας σύντροφος παραστατικά παρομοίωσε την κατάσταση σαν ένα παντρεμένο ζευγάρι που βρίσκεται σε διάσταση και δεν κοιμάται πια μαζί και καλεί ένα τρίτο μέλος σε μια προσπάθεια να ανανεώσει τη σχέση του.
-Και σε τι χρησιμεύει τότε η συμπόρευση;
-Σε κάνει να προχωράς, στην καλή περίπτωση συμβολίζει τη διεύρυνση της επιρροής σου στην κοινωνία.
Δίνει στον κόσμο ένα μήνυμα, δείχνοντας μια διάθεση πλατιάς ενότητας και συνεργασίας και υπέρβασης της μικροαστικής ιδιοκτησιακής λογικής που ακόμα ηγεμονεύει σε μερίδα της Αριστεράς ή/και διασπάσεων με βάση διλήμματα του χθες.
Και θα ήταν μια όμορφη συζήτηση περί ουτοπίας, διαλεκτικής σύνθεσης σε ανώτερο επίπεδο και άλλων όμορφων ιδεαλιστικών ή υλιστικών εννοιών, αν δεν είχε μέσα της πόνο, συγκρούσεις, απογοητεύσεις και στο βάθος (ρηχό) μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η δική μας Ελιά;
Από την άλλη μεριά, η τωρινή περιπέτεια της συμπόρευσης κρύβει κι ένα παιχνίδι εναλλαγής ρόλων. Σαν την Ελιά του Βαγγέλη Βενιζέλου που μάζεψε σε μια νέα (υποτίθεται) ενότητα τα διάσπαρτα πρώην κομμάτια του ΠΑΣΟΚ, έτσι και η Συμπόρευση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς συγκέντρωσε ξανά στο αμφιθέατρο Γκίνη (να και μια άλλη σταθερά) τους παλιούς συντρόφους.
Κι αν όλο αυτό μοιάζει με ανακάτεμα της ίδιας τράπουλας, μπήκε κι ένας μπαλαντέρ, ο Αλέκος Αλαβάνος, το όνομα του οποίου βέβαια δεν παίζει επισήμως, αλλά ενυπάρχει στο Σχέδιο Β, που ενυπάρχει στην Πρωτοβουλία για τη Μετωπική Συμπόρευση.
Και τελικά, ο “χώρος” συζητά όπως και το 2012 για τον Αλέκο Αλαβάνο, που στις πρόσφατες ευρωεκλογές έκανε το απονενοημένο πολιτικό διάβημα με την αυτόνομη κάθοδό του.
Τι από αυτά τα τόσο οικεία για τους μυημένους μπορεί να πείσει τους εργαζόμενους, στους οποίους θεωρητικά απευθύνεται ο χώρος; Τι από αυτά μπορεί να πείσει τους αριστερούς στους οποίους επί της ουσίας απευθύνεται ο χώρος; Ακόμη κι αν έπιανε το κόλπο και εμφανιζόταν το πολιτικό παιδί της συμπόρευσης τη σωστή στιγμή με το σωστό τρόπο, θα έμεναν οι χιλιάδες λέξεις των εκατέρωθεν ανακοινώσεων, στις σελίδες χωρίς περιθώρια (στο χαρτί αλλά και στην ουσία) να αφήνουν μια νεφελώδη ατμόσφαιρα.
Σημασία έχει ποιοί το λένε ή τι λένε;
Η συνεργασία είναι κάτι θετικό αλλά μόνο αν η πολιτική πρόταση που αυτή συμπυκνώνει μπορέσει να επικοινωνήσει και να ανταποκρίνεται στις αγωνίες και τις ανάγκες της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας. Με άλλα λόγια, σημασία δεν έχει το πόσοι συμπορεύονται, αλλά το τι μένει απ’ αυτό που λένε, τι προοπτική δίνουν σε ένα μαχόμενο κομμάτι της κοινωνίας, σε τι πείθουν ότι ξεχωρίζουν από την επίσημη Αριστερά. Οπωσδήποτε, χρειάζεται μια Αριστερά που μπορεί να μιλάει κατά του ευρώ, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ από τη σκοπιά μιας αντικαπιταλιστικής προοπτικής όχι μόνο ενόψει της κάλπης αλλά και ενόψει των αναμετρήσεων που αναπόφευκτα έρχονται.
Κακά τα ψέματα, η μάχη δίνεται στο γήπεδο του αντιπάλου, καθώς η Αντικαπιταλιστική Αριστερά και οι συμπορευόμενες δυνάμεις δεν είναι σε θέση να προσφέρουν όχι μόνο «κυβερνητική» προοπτική, αλλά ούτε καν κοινοβουλευτική. Μόνο που οι περισσότεροι πηγαίνουν να ψηφίσουν για Κοινοβούλιο, ενδιαφέρονται για το συσχετισμό κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και όχι για τους αγώνες του κοντινού ή του μακρινού μέλλοντος. Ψηφίζουν για το τώρα, για το άμεσο και όχι για καλή (αριστερή) ψυχή.
Κατά τα λοιπά το κείμενο είναι εξαιτερικά ενδιαφέρον, και πιο πολύ γιατί δεν καταλήγει σε κανένα "δια ταύτα".
- Ή μήπως τελικά καταλήγει;
-Είναι κάτι που όταν το πλησιάζεις ένα βήμα, αυτό απομακρύνεται δύο. Όταν για παράδειγμα επιμένεις στη διατήρηση του ΜΕΡΑ, χάνεις το ΕΝΑΝΤΙΑ (2007). Όταν το πλησιάζεις στα δύο βήματα, απομακρύνεται τέσσερα. Όταν γίνεται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, φεύγει το ΕΕΚ (2009). Κι όταν συμφωνεί το Σχέδιο Β, διαφωνεί το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος (και η ΟΚΔΕ-Εργατική Πάλη με διαφορετικό σκεπτικό για να είμαστε ακριβείς).
Γιατί διαφωνούν;
Θεωρητικά διαφωνούν για τον κίνδυνο υποχώρησης του αγνού και ανόθευτου «αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ωστόσο παραμένει το ερώτημα κατά πόσο στην πράξη υπομονεύεται περισσότερο αυτός ο χαρακτήρας από τη συμπόρευση ή από τη στάση ορισμένων δυνάμεων στο μαζικό εργατικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Δεν είναι μυστικό για όποιον παρακολουθεί έστω από μακριά τις συζητήσεις στα κοινωνικά δίκτυα ότι οι σχέσεις μεταξύ των οργανώσεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ βρίσκονται σε οριακό σημείο.
Ένας σύντροφος παραστατικά παρομοίωσε την κατάσταση σαν ένα παντρεμένο ζευγάρι που βρίσκεται σε διάσταση και δεν κοιμάται πια μαζί και καλεί ένα τρίτο μέλος σε μια προσπάθεια να ανανεώσει τη σχέση του.
-Και σε τι χρησιμεύει τότε η συμπόρευση;
-Σε κάνει να προχωράς, στην καλή περίπτωση συμβολίζει τη διεύρυνση της επιρροής σου στην κοινωνία.
Δίνει στον κόσμο ένα μήνυμα, δείχνοντας μια διάθεση πλατιάς ενότητας και συνεργασίας και υπέρβασης της μικροαστικής ιδιοκτησιακής λογικής που ακόμα ηγεμονεύει σε μερίδα της Αριστεράς ή/και διασπάσεων με βάση διλήμματα του χθες.
Και θα ήταν μια όμορφη συζήτηση περί ουτοπίας, διαλεκτικής σύνθεσης σε ανώτερο επίπεδο και άλλων όμορφων ιδεαλιστικών ή υλιστικών εννοιών, αν δεν είχε μέσα της πόνο, συγκρούσεις, απογοητεύσεις και στο βάθος (ρηχό) μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η δική μας Ελιά;
Από την άλλη μεριά, η τωρινή περιπέτεια της συμπόρευσης κρύβει κι ένα παιχνίδι εναλλαγής ρόλων. Σαν την Ελιά του Βαγγέλη Βενιζέλου που μάζεψε σε μια νέα (υποτίθεται) ενότητα τα διάσπαρτα πρώην κομμάτια του ΠΑΣΟΚ, έτσι και η Συμπόρευση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς συγκέντρωσε ξανά στο αμφιθέατρο Γκίνη (να και μια άλλη σταθερά) τους παλιούς συντρόφους.
Κι αν όλο αυτό μοιάζει με ανακάτεμα της ίδιας τράπουλας, μπήκε κι ένας μπαλαντέρ, ο Αλέκος Αλαβάνος, το όνομα του οποίου βέβαια δεν παίζει επισήμως, αλλά ενυπάρχει στο Σχέδιο Β, που ενυπάρχει στην Πρωτοβουλία για τη Μετωπική Συμπόρευση.
Και τελικά, ο “χώρος” συζητά όπως και το 2012 για τον Αλέκο Αλαβάνο, που στις πρόσφατες ευρωεκλογές έκανε το απονενοημένο πολιτικό διάβημα με την αυτόνομη κάθοδό του.
Τι από αυτά τα τόσο οικεία για τους μυημένους μπορεί να πείσει τους εργαζόμενους, στους οποίους θεωρητικά απευθύνεται ο χώρος; Τι από αυτά μπορεί να πείσει τους αριστερούς στους οποίους επί της ουσίας απευθύνεται ο χώρος; Ακόμη κι αν έπιανε το κόλπο και εμφανιζόταν το πολιτικό παιδί της συμπόρευσης τη σωστή στιγμή με το σωστό τρόπο, θα έμεναν οι χιλιάδες λέξεις των εκατέρωθεν ανακοινώσεων, στις σελίδες χωρίς περιθώρια (στο χαρτί αλλά και στην ουσία) να αφήνουν μια νεφελώδη ατμόσφαιρα.
Σημασία έχει ποιοί το λένε ή τι λένε;
Η συνεργασία είναι κάτι θετικό αλλά μόνο αν η πολιτική πρόταση που αυτή συμπυκνώνει μπορέσει να επικοινωνήσει και να ανταποκρίνεται στις αγωνίες και τις ανάγκες της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας. Με άλλα λόγια, σημασία δεν έχει το πόσοι συμπορεύονται, αλλά το τι μένει απ’ αυτό που λένε, τι προοπτική δίνουν σε ένα μαχόμενο κομμάτι της κοινωνίας, σε τι πείθουν ότι ξεχωρίζουν από την επίσημη Αριστερά. Οπωσδήποτε, χρειάζεται μια Αριστερά που μπορεί να μιλάει κατά του ευρώ, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ από τη σκοπιά μιας αντικαπιταλιστικής προοπτικής όχι μόνο ενόψει της κάλπης αλλά και ενόψει των αναμετρήσεων που αναπόφευκτα έρχονται.
Κακά τα ψέματα, η μάχη δίνεται στο γήπεδο του αντιπάλου, καθώς η Αντικαπιταλιστική Αριστερά και οι συμπορευόμενες δυνάμεις δεν είναι σε θέση να προσφέρουν όχι μόνο «κυβερνητική» προοπτική, αλλά ούτε καν κοινοβουλευτική. Μόνο που οι περισσότεροι πηγαίνουν να ψηφίσουν για Κοινοβούλιο, ενδιαφέρονται για το συσχετισμό κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και όχι για τους αγώνες του κοντινού ή του μακρινού μέλλοντος. Ψηφίζουν για το τώρα, για το άμεσο και όχι για καλή (αριστερή) ψυχή.
Πηγή: MAO.gr* (οι υπογραμμίσεις δικές μας)*Διατηρήσαμε την ΑΝΤΑΡΣΥώτικη ιδιόλεκτο όπου οι ίδιοι περιγράφουν τον εαυτο τους με τον νεολογισμό "αντικαπιταλιστική αριστερά" ο οποίος δεν σημαίνει απολύτως τίποτε αφού κάποιος που είναι ενάντια στον καπιταλισμό είναι και κομμουνιστής αυτονόητα.
Κατά τα λοιπά το κείμενο είναι εξαιτερικά ενδιαφέρον, και πιο πολύ γιατί δεν καταλήγει σε κανένα "δια ταύτα".
- Ή μήπως τελικά καταλήγει;
Τα πάντα στον αντιΚΚΕ ... αγώνα !!!
ΑπάντησηΔιαγραφή