κλαψ-λυγμ... |
Το διάβασα και δεν το πίστευα, βασικά δεν ήθελα να το πιστέψω. Ο κύριος Χρήστος Τερζόπουλος, εκδότης αυτών των κόμικς, όμως, το είχε γράψει στο facebook, δίχως καμία καρτουνιά: «η διακοπή της έκδοσης των περιοδικών δεν ήταν μια επιπόλαια και ξαφνική επιλογή». Φίλη που εργαζόταν εκεί, μου είχε πει ότι εδώ και καιρό έψαχναν να βρουν μια λύση που θα εξασφάλιζε τη βιωσιμότητα της επιχείρησης, αλλά εις μάτην: Το πιο αγαπητό ποντίκι στον κόσμο, μαζί την υπόλοιπη τρελοπαρέα των υπολοίπων εκδόσεων, δε θα υπάρχει σε νέα έκδοση, έπεσε κι αυτό στη φάκα της οικονομικής κρίσης.
Φαντάσου, τώρα, τι υπάρχει αυτή τη στιγμή στο μυαλό και στην καρδιά του κυρίου Τερζόπουλου. Πόσο εύκολο είναι να αντιληφθείς τι νιώθει; Το να αποφασίζεις να διακόψεις το έργο μιας ζωής ολόκληρης, χωράει σε λόγια; Περίπου 48 χρόνια τευχών, που έδιναν γέλιο και χαρά σε τόσους ανθρώπους διαφορετικών γενεών, πρέπει να κατεβάσουν ρολά, να βάλουν λουκέτο, να σταματήσουν την εκτύπωσή τους.
Σκέψου κι εσένα τώρα. Περίμενες να σου δώσουν χρήματα, που τα κέρδιζες κάνοντας κάποια δουλειά-θέλημα για τους γονείς ή τους παππούδες σου, τα έβαζες σφιχτά στην παλάμη σου και πήγαινες τρέχοντας στο περίπτερο ή στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς για να αγοράσεις «μικυμάου», που έλεγαν οι γιαγιάδες. Έμπαινες μέσα στο μαγαζί, που ήξερες με το όνομά του τον ιδιοκτήτη, τον κοιτούσες μέσα στα μάτια και τον ρωτούσες όλο λαχτάρα: «Ήρθε»; Εκείνος, τάχα μου, σκεφτόταν λίγο, για να σε κρατήσει σε αγωνία και έπειτα, με ιεροτελεστία Θιβετιανού μοναχού, στο παρουσίαζε. Χοροπηδούσες, πλήρωνες, σου έδινε και μια τσίχλα δώρο, και έπειτα έφευγες για το σπίτι, στην πιο γρήγορη ειδική διαδρομή που έχεις κάνει. Δωμάτιο, κρεβάτι, ανάσκελα, κρατώντας το δικό σου Άγιο Δισκοπότηρο. Περνούσες κάποια λεπτά κοιτώντας το εξώφυλλο, παρατηρώντας κάθε λεπτομέρεια, όπου κάθε φορά που το κοιτούσες ξανά, έβλεπες κάτι καινούριο - μαγεία. Και άντε, πάλι, από την αρχή! Ακόμα και να τα διάβαζες 500 φορές δεν τα πετούσες «τα δικά σου Μίκυ Μάους», τα κρατούσες, ακόμα τα κρατάς, όσα έχουν ζήσει από τότε. Μαζί τους πέρασες άπειρα μεσημέρια, όλες τις εποχές - ή βράδια με φακό κάτω από τα σκεπάσματα για να μην καταλάβουν ότι διαβάζεις. Αυτές οι φιγούρες και οι περιπέτειές τους άνοιξαν το χιούμορ σου και το πήγαν σε άλλη διάσταση, εκεί που όλα δεν κουβαλάνε πάνω τους το φθαρτό της ζήσης μας, είναι κάτι άλλο, προσιτά μυστηριακό, σκιαγραφούν αυτό που λέμε «φανταστικό». Ναι, ήταν φανταστικό που έζησες μαζί τους, που ήσουν μέλος της παρέας τους, που ήσουν ένας από τους ήρωες αυτούς, που συμμετείχες σε ό,τι περνούσαν.
Και ναι, είσαι αυτό που είσαι και επειδή διάβασες στα μικράτα σου Κόμιξ και κόμικς. Που ακόμα διαβάζεις, δηλαδή, ενώ ήδη σκέφτεσαι, μούμπλε-μούμπλε, τι θα κάνεις από εδώ και πέρα, που δε θα βγουν καινούρια.
Θα σου πω τι θα κάνω εγώ: Θα κοιτάξω είτε στο πατάρι είτε στο υπόγειο και θα βρω όσα τεύχη επιζούν ακόμα και θα τα βάλω στη βιβλιοθήκη μου. Όταν δε θα είμαι καλά και θα χρειάζεται γέλιο για να ξορκίσω τα μαύρα της ζωής μου, θα παίρνω ένα στην τύχη και θα το διαβάζω στο κρεβάτι, ανάσκελα, όπως τότε, όπως πάντα. Και κάθε φορά που θα νυστάζω και τα μάτια μου θα κλείνουν, θα γελάω ευτυχισμένος ξέροντας ότι και αυτό το τεύχος έχει μέσα του ένα κομμάτι από τη ζωή μου, από τα αθώα χρόνια μου.
Και θα θυμάμαι -όπως τότε, ρε Μίκυ- αυτό που έλεγα: Να μη μεγαλώσω ποτέ...
Του Σπύρου Σεραφείμ
Απλά, πολύ απλά, ΚΡΙΜΑ !
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετά το αρχείο της ΕΡΤ, πάει και ο Μίκυ.
ΔιαγραφήΟι μνήμες των παιδικών μας χρόνων εκτελούνται συστηματικά θα έλεγα...