Ωραίες οι εκθέσεις για τη φτώχεια
και τον πλούτο που κατά καιρούς βγάζουν διάφοροι οργανισμοί. Περιέχουν
ενδιαφέροντα ως και χρήσιμα στοιχεία. Μόνο που η διαφορά στην οποία
αναφέρονται δεν αφορά σε νοικοκυριά. Αφορά τάξεις.
Είναι ουσιαστική διαφορά, γιατί μιλώντας για νοικοκυριά παραπέμπεις στο δίκιο της κατανομής, ενώ μιλώντας για ταξική διαφορά παραπέμπεις στην ανάγκη να καταργηθεί η αιτία της εκμετάλλευσης.
Ενδιαφέρον
και το στοιχείο της αύξησης του παγκόσμιου πλούτου από τα 124 τρισ. στα
135 τρισ. Αμύθητα ποσά βγαλμένα από την εκμετάλλευση της εργατικής
δύναμης, την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Αξίζει προσοχής αυτό που εντοπίζουν ως αιτία, ότι ο ρυθμός αύξησης της προσωπικής περιουσίας των λίγων είναι ταχύτερος από το ρυθμό αύξησης του συνολικά παραγόμενου πλούτου. Δείχνει ευθέως κι ας μην κατονομάζεται ότι αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης.
Η σύγχυση
γύρω από τους όρους που χρησιμοποιούνται στις διάφορες μελέτες είναι
επιλογή που υπακούει στην ανάγκη να φύγει από τη μέση η ταξική
αντιπαράθεση και στη θέση της να περάσει μια αστυνομική αντίληψη για τις
διαφορές μεταξύ τάξεων.
Ετσι αντιμετωπίζεται σαν παραβατικότητα και η αδήλωτη εργασία. Μόνο που ο καπιταλιστής από τη σκοπιά του δικού του δίκιου αξιοποιεί τα παράθυρα που ο ίδιος έχει δημιουργήσει στο νομικό πλαίσιο. Οξύνει στο έπακρο την εκμετάλλευση. Οταν το κράτος εμφανίζεται να κυνηγά στις εργασιακές σχέσεις την παραβατικότητα, πρώτον εμφανίζεται το ίδιο σαν υπερταξικό και δεύτερον στρώνει το δρόμο, για να αντιμετωπιστούν σαν παραβάτες τόσο ο εργοδότης όσο και ο εργάτης που δέχεται να δουλεύει αδήλωτος. Το κράτος, όμως, είναι των καπιταλιστών και η εργασιακή σχέση καθορίζεται από το συγκεκριμένο συσχετισμό δύναμης στη συγκεκριμένη στιγμή. Ο εργάτης είναι υποχρεωμένος να πουλήσει με όποιον όρο μπορεί να επιβάλει, ή δεν μπορεί να επιβάλει, την εργατική του δύναμη για να μπορέσει να την αναπαράξει.
Στο ίδιο πλαίσιο,
μένοντας, δηλαδή, στην περιγραφή προβλημάτων σαν ξέχωρα από την ταξική
πάλη, εμφανίζοντάς τα σαν λογιστικού τύπου προβλήματα, ένα επιστημονικό
ινστιτούτο καταγράφει, για παράδειγμα, το χαμό που θα έρθει στις
συντάξεις, επί της ουσίας όμως προετοιμάζει το κλίμα.
Οι εργάτες δεν έχουν ανάγκη να τους πει κάποιος πού παρανομεί ο εργοδότης τους, ούτε αν τα καταφέρνει στους ισολογισμούς η κυβέρνηση.
Εχουν ανάγκη να αλλάξουν τον κόσμο μέσα στον οποίο ζουν ώστε να φύγει από τη μέση η εκμετάλλευσή τους. Μπροστά σ' αυτήν την ανάγκη η διανόηση των εκμεταλλευτών σφυρίζει κλέφτικα.
Σ' αυτήν τη μάχη,
των λέξεων, που όμως είναι ιδέες - αντανάκλαση κοινωνικής
πραγματικότητας - σχέσεων, η δημοσιογραφία παίρνει, επίσης, μέρος. Είτε
βουτώντας την πένα της στο αίμα και τον ιδρώτα των εργατών για κείμενα
που θα οργανώνουν την ανατροπή, είτε περιγράφοντας την εξέλιξη έτσι που ο
εργάτης να ψάχνει τρύπα να κρυφτεί.
Είναι άλλο πράγμα να δείχνεις στον καιρό της καπιταλιστικής κρίσης την εξέλιξη της ταξικής πάλης, τα κέρδη που αυγαταίνουν απ' την εκμετάλλευση και την πάλη που οδηγεί σε μια ζωή χωρίς τους καπιταλιστές κι άλλο επικαλούμενος τα δεινά του λαού να δείχνεις κάποια αδιέξοδα της αστικής διαχείρισης για να καλέσεις σε επιλογή διαχειριστή.
Είναι ουσιαστική διαφορά, γιατί μιλώντας για νοικοκυριά παραπέμπεις στο δίκιο της κατανομής, ενώ μιλώντας για ταξική διαφορά παραπέμπεις στην ανάγκη να καταργηθεί η αιτία της εκμετάλλευσης.
Αξίζει προσοχής αυτό που εντοπίζουν ως αιτία, ότι ο ρυθμός αύξησης της προσωπικής περιουσίας των λίγων είναι ταχύτερος από το ρυθμό αύξησης του συνολικά παραγόμενου πλούτου. Δείχνει ευθέως κι ας μην κατονομάζεται ότι αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης.
Ετσι αντιμετωπίζεται σαν παραβατικότητα και η αδήλωτη εργασία. Μόνο που ο καπιταλιστής από τη σκοπιά του δικού του δίκιου αξιοποιεί τα παράθυρα που ο ίδιος έχει δημιουργήσει στο νομικό πλαίσιο. Οξύνει στο έπακρο την εκμετάλλευση. Οταν το κράτος εμφανίζεται να κυνηγά στις εργασιακές σχέσεις την παραβατικότητα, πρώτον εμφανίζεται το ίδιο σαν υπερταξικό και δεύτερον στρώνει το δρόμο, για να αντιμετωπιστούν σαν παραβάτες τόσο ο εργοδότης όσο και ο εργάτης που δέχεται να δουλεύει αδήλωτος. Το κράτος, όμως, είναι των καπιταλιστών και η εργασιακή σχέση καθορίζεται από το συγκεκριμένο συσχετισμό δύναμης στη συγκεκριμένη στιγμή. Ο εργάτης είναι υποχρεωμένος να πουλήσει με όποιον όρο μπορεί να επιβάλει, ή δεν μπορεί να επιβάλει, την εργατική του δύναμη για να μπορέσει να την αναπαράξει.
Οι εργάτες δεν έχουν ανάγκη να τους πει κάποιος πού παρανομεί ο εργοδότης τους, ούτε αν τα καταφέρνει στους ισολογισμούς η κυβέρνηση.
Εχουν ανάγκη να αλλάξουν τον κόσμο μέσα στον οποίο ζουν ώστε να φύγει από τη μέση η εκμετάλλευσή τους. Μπροστά σ' αυτήν την ανάγκη η διανόηση των εκμεταλλευτών σφυρίζει κλέφτικα.
Είναι άλλο πράγμα να δείχνεις στον καιρό της καπιταλιστικής κρίσης την εξέλιξη της ταξικής πάλης, τα κέρδη που αυγαταίνουν απ' την εκμετάλλευση και την πάλη που οδηγεί σε μια ζωή χωρίς τους καπιταλιστές κι άλλο επικαλούμενος τα δεινά του λαού να δείχνεις κάποια αδιέξοδα της αστικής διαχείρισης για να καλέσεις σε επιλογή διαχειριστή.
Πηγή: Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου, άν δεν υπάρχει εγγραφή στον blogger ή άλλη διαδυκτιακή υπηρεσία (βλέπε όροι σχολιασμού στο πάνω μέρος της σελίδας).
Ανώνυμα και υβριστικά σχόλια μπορούν να διαγράφονται χωρίς άλλη προειδοποίηση.