Camilo Cienfuegos |
Γνωστός ως ο "Διοικητής του Λαού", έγινε ένας από τους κύριους διοικητές των ανταρτών του στρατού.
Χαρισματικός ηγέτης με μεγάλη λαϊκή υποστήριξη. Τον χαρακτήριζε απλότητα, θάρρος και πίστη.
Κάθε 6 Φεβρουαρίου είναι μια ημέρα σημαντική για να θυμόμαστε. Οι Κουβανοί τιμούν τα γενέθλια του θρυλικού αυτού αντάρτη.
Η ταπεινοφροσύνη του και το επαναστατικό του πάθος, τον μετέτρεψαν από πολύ νωρίς σε ένα σύμβολο και η δημοτικότητα του συνεχίζεται επί αρκετές γενιές Κουβανών που έχουν κρατήσει ζωντανή την μνήμη αυτού του μαχητή του ένοπλου αγώνα που βοήθησε στην ανατροπή της τυραννίας του δικτάτορα Μπατίστα, τον Ιανουάριο του 1959.
Όσοι τον γνώριζαν καλά, εντός αλλά και εκτός του ένοπλου αγώνα, μαρτυρούν την πνευματικότητα και την ανθρωπότητα που ο άνθρωπος αυτός είχε. Η σταθερότητα, η αυτοπεποίθηση και η αισιοδοξία τον χαρακτήριζαν ακόμη και στις πιο δυσμενείς καταστάσεις. Η ανθρωπιά, η αλληλεγγύη και η αίσθηση του καθήκοντος που είχε ήταν αξιέπαινα.
Ο Καμίλο, αχώριστος σύντροφος του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, χαρακτηριζόταν από ορμητικό θάρρος και τόλμη και αυτά του τα στοιχεία της προσωπικότητας του αποτέλεσαν έναν από τους βασικούς παράγοντες στην ανάπτυξη του πολέμου.
Τον Απρίλιο του 1858 προήχθη στο βαθμό του Ταγματάρχη, τον υψηλότερο των ανταρτών, και στη συνέχεια διορίστηκε ως Αρχηγός του Επαναστατικού Στρατού, θέση από την οποία απέδωσε σημαντικά καθήκοντα κατά τους πρώτους 10 μήνες του 1959.
Αφήγηση του Ερνέστο Γκεβάρα για τον Καμίλο [1]
"Έμαθα τον Καμίλο πριν τον γνωρίσω μέσω μιας φράσης που έγινε σύμβολο: ήταν τη στιγμή της καταστροφής στο Αλεγρία δε Πίο. Εγώ ήμουν πληγωμένος, πεσμένος σε ένα ξέφωτο και δίπλα μου ένας σύντροφος αιμορραγούσε πυροβολώντας με τα τελευταία του φυσίγγια για να πεθάνει παλεύοντας. Ακούστηκε μια διαβολική φωνή «Είμαστε χαμένοι, πρέπει να παραδοθούμε». Και μια αντρική φωνή, που την αναγνώρισα ως τη φωνή του λαού, φώναξε από κάπου «Εδώ δεν παραδίνεται κανένας, διάβολε!».
Πέρασε εκείνο, η ζωή μας σώθηκε, η δική μου προσωπικά χάρη στη παρέμβαση του συντρόφου Αλμέιδα, και περιπλανηθήκαμε πέντε άντρες στις απόκρημνες ακτές κοντά στο Κάμπο Κρους. Εκεί, μια νύχτα με φεγγάρι, συναντήσαμε τρεις ακόμα συντρόφους, που κοιμούνταν ήρεμα χωρίς φόβο για τους στρατιώτες, και τους αιφνιδιάσαμε πιστεύοντας ότι είναι εχθροί. Δε συνέβη τίποτα αλλά στη συνέχεια αποτέλεσε αμοιβαίο αστείο μεταξύ μας: ότι ήμουν εγώ ανάμεσα σε αυτούς που αιφνιδιάστηκαν, μια άλλη φορά ότι σήκωσα λευκή σημαία για να μη μας σκοτώσουν οι άντρες μου, παίρνοντάς μας για στρατιώτες του Μπατίστα.
Συνεχίσαμε, ο Καμίλο πεινούσε και ήθελε να φάει. Είχαμε γερούς «καβγάδες» με τον Καμίλο γιατί ήθελε συνέχεια να μπαίνει στα καλύβια για να ζητήσει κάτι και δύο φορές, ακολουθώντας τις συμβουλές του «καλοφαγά», κοντέψαμε να πέσουμε στα χέρια στρατιωτών που σε εκείνο το σημείο είχαν σκοτώσει δεκάδες συντρόφους μας. Την ένατη μέρα, θριάμβευσε η «λαιμαργία». Πήγαμε σε ένα καλύβι, φάγαμε και αρρωστήσαμε όλοι, με ανάμεσα στους πιο βαριά ασθενείς φυσικά τον Καμίλο που είχε καταβροχθίσει σαν λιοντάρι ένα ολόκληρο κατσικάκι μόνος του.
Μετά το Ουβέρο, μου δόθηκε ο βαθμός του λοχαγού και λίγες μέρες μετά ο βαθμός του κομαντάντε, του επικεφαλής φάλαγγας. Συνεχίσαμε ως ανεξάρτητη φάλαγγα που διοικούσα εγώ, την Τετάρτη, που είχε αυτόν τον αριθμό για να παραπλανεί τον εχθρό, το κανονικό της ήταν το δύο. Ο Καμίλο ξεκίνησε εκεί την καινούργια του σταδιοδρομία, που ήταν γεμάτη από κατορθώματα, με μια ακούραστη δραστηριότητα και έναν εξαιρετικό ζήλο, που κινητοποιούσε όλες τις αισθήσεις για τον εντοπισμό των δυνάμεων του στρατού.
Μια φορά σκότωσε ένα στρατιώτη της εμπροσθοφυλακής του εχθρού και έπιασε το όπλο που έφερε εκείνος στον αέρα πριν αγγίξει το έδαφος, τόσο κοντά που βρισκόταν. Άλλες φορές το σχέδιό του ήταν να αφήσει να περάσει ο πρώτος από το εχθρικό απόσπασμα μέχρι που έφτανε στο ύψος του και να ανοίξει πυρ από το πλάι σε μια ενέδρα που συνήθως δεν πήγαινε όπως ήθελε εκείνος γιατί κάποιος είχε λιγότερη ψυχραιμία και πυροβολούσε μερικά μέτρα πριν. Αλλά ο Καμίλο ήταν ο Καμίλο, ο κύριος της εμπροσθοφυλακής, ολοκληρωμένος αντάρτης που επιβαλλόταν σ’ αυτόν τον πόλεμο με τον τρόπο που μόνο αυτός γνώριζε.
Στη δεύτερη επίθεση στο Πίνο δελ Άγουα, θυμάμαι τις ανησυχίες μου. Ο Φιντέλ με διέταξε να μείνω μαζί του και να αφήσουμε στον Καμίλο την ευθύνη της επίθεσης από τη μία πλευρά. Η ιδέα ήταν απλή: ο Καμίλο έπρεπε να επιτεθεί και να καταλάβει το ένα άκρο του στρατοπέδου και στη συνέχεια να το περικυκλώσει. Όμως, ξέσπασε τυφώνας κι εκείνος και οι άντρες του κατέλαβαν θέσεις και συνέχισαν να προχωρούν, μπήκαν στο χωριό σκοτώνοντας και αιχμαλωτίζοντας όποιον έβρισκαν στο δρόμο τους. Καταλάμβαναν το ένα σπίτι μετά το άλλο μέχρι που στο τέλος οργανώθηκε η αντίσταση των εχθρών και μια βροχή από σφαίρες άρχισε να αποδυναμώνει τις γραμμές μας, στις οποίες σύντροφοι όπως ο Νόντα και ο Καπότε άφησαν την τελευταία τους πνοή.
Ο πυροβολητής προχωρούσε με την ομάδα του, αλλά κάποια στιγμή συνάντησε τη λαίλαπα της φωτιάς και έχοντας τους βοηθούς του νεκρούς, εγκατέλειψε το πολυβόλο. Ήταν πια μέρα, η επίθεση είχε ξεκινήσει νύχτα. Ο Καμίλο ρίχτηκε πάνω στο πολυβόλο για να το σώσει και τον πέτυχαν δύο σφαίρες, η μία στο δεξιό μηρό και η άλλη του τρύπησε το υπογάστριο. Οι σύντροφοί του τον μετέφεραν. Σε απόσταση δύο χιλιομέτρων ακούγαμε ένα στρατιώτη που φώναζε «από εδώ πέρασε η ομάδα του Καμίλο, από δω πέρασαν οι σφαίρες για τον Καμίλο» και όλοι σκεφτήκαμε ότι ο Καμίλο είχε σκοτωθεί. Στη συνέχεια γιορτάσαμε την τύχη του καθώς η σφαίρα είχε τρυπήσει την κοιλιά αλλά είχε βγει χωρίς να θίξει τα έντερα ή κάποιο ζωτικό όργανο.
Ήρθαν οι τραγικές μέρες της 9ης Απριλίου και ο Καμίλο, ο πρωτοπόρος, έφυγε για να δημιουργήσει το μύθο του στους κάμπους του Οριέντε, χτίζοντάς τον με το φόβο που ένιωθαν οι δυνάμεις που κινούνταν στη ζώνη του Μπαγιάμο. Μια φορά ήταν περικυκλωμένος από εξακόσιους άντρες, -η ομάδα του είχε μόνο είκοσι- και αντιστάθηκε μια ολόκληρη μέρα στην καταδίωξη από δύο άρματα, καταλήγοντας τη νύχτα να βρίσκεται σε εξαιρετική φόρμα.
Ο Καμίλο δεν φοβόταν τον κίνδυνο, τον αντιμετώπιζε σαν παιχνίδι, έπαιζε μαζί του, τον απέφευγε με ελιγμούς, τον έλκυε και τον διαχειριζόταν…."
__________
[1] Από το βιβλίο του CARLOS FRANQUI: "CAMILO CIENFUEGOS-Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΧΑΜΕΝΗΣ ΝΙΟΤΗΣ ΤΗΣ ΚΟΥΒΑΝΕΖΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ"
Πηγή: radiorebelde via Pasion Nuestra
Στο πλευρό του Φιντέλ, μπαίνοντας στην Αβάνα |
"Ξημέρωνε η 6η Φεβρουαρίου του 1932 όταν στο λαϊκό προάστιο Βίμπορα της Αβάνας, στους κόλπους μιας ταπεινής οικογένειας ισπανών μεταναστών, γεννήθηκε ένα όμορφο αγοράκι, το οποίο οι γονείς του, Ραμόν Σιενφουέγος και Εμίλια Γκοριαράν, ονόμασαν Καμίλο. Στις 2 Ιανουαρίου του 1959, 27 χρόνια μετά, όταν εκατομμύρια Κουβανοί πανηγύριζαν έξαλλα από την 1η του Γενάρη τη φιέστα της ελευθερίας, ο Καμίλο Σιενφουέγος, ο νεαρός αντάρτης με τη θρυλική φήμη, με τον αέρα του Κουβανού Εσταυρωμένου, όμορφος, συμπαθής και χαρούμενος, αυτός που περπατούσε σαν να χόρευε μια μελωδία, έμπαινε στην Αβάνα επευφημούμενος από εκατομμύρια κατοίκους της. Δέκα μήνες αργότερα, στις 28 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, ο Καμίλο εξαφανιζόταν σαν διάττοντας αστέρας, τόσο αιφνίδια όσο είχε εμφανιστεί: το Τσέσνα στο οποίο είχε επιβιβαστεί στο Καμαγκγουέι με προορισμό την Αβάνα, δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό του. Παράξενη και μυστηριώδης εξαφάνιση. Αυτές οι σελίδες αποτελούν μια σύντομη περιγραφή της ζωής του και των κατορθωμάτων του στον ανταρτοπόλεμο, καθώς και των δραματικών περιστάσεων που προηγήθηκαν του θανάτου του, ο οποίος αποτέλεσε την πηγή μιας σειράς γεγονότων και καταστάσεων που άλλαξαν το πεπρωμένο της Κούβας"
από το οπισθόφυλλο του βιβλίου του Carlos Franqui. Camilo Cienfuegos- Η βιογραφία της χαμένης νότης της Κουβανέζικης Επανάστασης. Γραφές, 2005.Πηγή:Traverso Rossa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου, άν δεν υπάρχει εγγραφή στον blogger ή άλλη διαδυκτιακή υπηρεσία (βλέπε όροι σχολιασμού στο πάνω μέρος της σελίδας).
Ανώνυμα και υβριστικά σχόλια μπορούν να διαγράφονται χωρίς άλλη προειδοποίηση.