Καλωσήλθατε στον Fadomduck2

To παρόν ιστολόγιο αποτελεί φυσική συνέχεια του Fadomduck στο οποίο θα βρείτε συλλογές κειμένων, παραπομπές σε ηλεκτρονικές διευθήνσεις με πολιτικά βιβλία και μουσική, καθώς και μια αρκετά μεγάλη συλλογή με αφίσσες από την Σοβιετική Ενωση (μέχρι και το 1956). Αρχείο με τα άρθρα του Fadomduck #1 θα βρείτε εδώ. O Fadomduck2 όπως και ο προκάτοχος του δηλώνει πως αν και ντρέπεται να κρύψει τις συμπάθειες του, δεν εκπροσωπεί καμμία συλλoγικότητα, παρά μόνο τον εαυτό του. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του στο alepotrypa200@gmail.com

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Για την αρχή του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού

Εισαγωγή
Στην εποχή μας, η οποία χαρακτηρίζεται από τη γενική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος στην ιμπεριαλιστική του μορφή και από την εναντίον του πάλη από το κομμουνιστικό κίνημα, τα βασικά υποκείμενα που συνθέτουν αυτή την αντίθεση, η οποία εμφανίζεται σε κάθε πτυχή της σύγχρονης κοινωνίας μας, είναι, από τη μια πλευρά, η αστική τάξη, η οποία αναζητά με κάθε τρόπο να διατηρήσει την υπάρχουσα κατάσταση εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, και από την άλλη πλευρά, η παγκόσμια εργατική τάξη, η οποία, ωθούμενη από την αναγκαιότητα ικανοποίησης των αναγκών της, παλεύει σε κάθε μια χώρα για τη δημιουργία κομμουνιστικών κομμάτων (μαρξιστικών-λενινιστικών) προκειμένου να διευθύνει ένα επαναστατικό προτσές, το οποίο θα οδηγήσει στην κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, επιτρέποντας, έτσι, την υλοποίηση αυτών των αναγκών.
Γι’ αυτό, τα κομμουνιστικά κόμματα, ό,τι και να πουν οι αντίπαλοί μας, γεννιούνται λόγω αντικειμενικών αιτιών, ενδογενών στη δομή της ίδιας της καπιταλιστικής κοινωνίας, γεννιούνται από την εξέλιξη της κοινωνικής κατάστασης και, πρώτα απ’ όλα, από την αναγκαιότητα να εκφραστούν και να πραγματοποιηθούν οι στόχοι της εργατικής τάξης, σε πρώτη φάση, της απελευθέρωσης από τις αλυσίδες της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Προ πολλού ο Μαρξ και ο Ένγκελς είχαν αναδείξει επιστημονικά την ιστορική αναγκαιότητα το προλεταριάτο, προκειμένου για τον επαναστατικό μετασχηματισμό της καπιταλιστικής κοινωνίας σε σοσιαλιστική κοινωνία, να εξοπλιστεί με ένα δικό του πολιτικό κόμμα, αυτόνομο τόσο σε ιδεολογικό επίπεδο όσο και σε οργανωτικό:
«Στην πάλη του ενάντια στην ενοποιημένη εξουσία των κατεχουσών τάξεων, το προλεταριάτο μπορεί να δράσει ως τάξη μόνο όντας οργανωμένο σε αυτόνομο πολιτικό κόμμα, το οποίο να αντιτίθεται σε όλα τα άλλα κόμματα, τα οποία αποτελούνται από τις κατέχουσες τάξεις. Αυτή η οργάνωση του προλεταριάτου σε πολιτικό κόμμα είναι αναγκαία για το σκοπό της εξασφάλισης της νίκης της κοινωνικής επανάστασης και την επίτευξη του τελικού σκοπού του, την εξάλειψη των τάξεων» (Μαρξ, Καταστατικά της Διεθνούς Ένωσης των Εργατών).
Στις σύγχρονές μας ιστορικές συνθήκες, ο Λένιν και ο Στάλιν ανέπτυξαν περαιτέρω αυτό το συλλογισμό και έφτασαν να διατυπώσουν μια ολόκληρη θεωρία για το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης, αποδεικνύοντας με αυτή, ακόμα και σε πρακτικό επίπεδο, τον καθοδηγητικό του εργατικού κινήματος ρόλο του και εκφράζοντας με αυτή τις οργανωτικές αρχές και τους κανόνες εσωτερικής ζωής, τις θεμελιώδεις γραμμές της θεωρίας και τις τακτικής.
Για πρώτη φορά ένα τέτοιο κόμμα συγκροτήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στη Ρωσία από το Λένιν, ο οποίος το χαρακτήρισε «Νέου Τύπου» ώστε να το διακρίνει από τα παλιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, και πάλεψε αμείλικτα ενάντια στον κυρίαρχο σε αυτά τα κόμματα οπορτουνισμό, κόμματα τα οποία αυτοαποκαλούνταν «εργατικά» μα που, στην πραγματικότητα, συνειδητά ή όχι, κατέληγαν να αποτελούν όχημα της αστικής επιρροής μέσα στους κόλπους του προλεταριάτου.
Ιδιαίτερα μετά τη Μεγάλη Σοσιαλιστική Επανάσταση του Οκτώβρη, σχεδόν σε όλες τις χώρες υπήρξαν κομμουνιστές που θέλησαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Λένιν και να συγκροτήσουν κόμματα μαρξιστικά-λενινιστικά.
Το κύριο χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τα κόμματα Νέου Τύπου από τα παλιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα (του ιστορικού ρεβιζιονισμού) αλλά και από τα σημερινά εκφυλισμένα κομμουνιστικά ή πρώην κομμουνιστικά κόμματα, ακόμα κι αν αυτά δηλώνουν ότι ακόμα είναι «αριστερά» (κόμματα του σύγχρονου ρεβιζιονισμού), συνίσταται στο ότι είναι πλήρως ασυμφιλίωτα με το καπιταλιστικό σύστημα. Οι κομμουνιστές παλεύουν ακούραστα για την καταστροφή του καπιταλισμού, μέσω ενός καθοδηγούμενου από τα κόμματά τους επαναστατικού κινήματος, το οποίο θα οδηγήσει στην εγκαθίδρυση μιας νέας κοινωνίας, της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Το κομμουνιστικό κόμμα είναι μια εθελοντική ένωση ατόμων τα οποία, ασπαζόμενα τις ίδιες ιδέες και πολιτικούς στόχους, συνδέονται οργανωτικά για να πραγματοποιήσουν αυτές τις ιδέες και τους σκοπούς, για να οδηγήσουν στην εκπλήρωση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης.
Η κύρια δύναμη του κόμματος του προλεταριάτου έγκειται στο γεγονός ότι αυτό δεν είναι μια ομάδα επαγγελματιών επαναστατών απομονωμένη και περιορισμένη, μα ζει σε στενή επαφή με τεράστιες μάζες εργαζομένων, των οποίων τον αγώνα καθοδηγεί.
Το κομμουνιστικό κόμμα είναι το οργανωμένο πρωτοπόρο απόσπασμα της εργατικής τάξης, δηλαδή το πιο συνειδητοποιημένο και πρωτοπόρο τμήμα της, που είναι ικανό να καθοδηγεί τεράστιες μάζες εργαζομένων στον αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού και για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Ο Λένιν έγραφε:
«Διαπαιδαγωγώντας το εργατικό κόμμα, ο μαρξισμός διαπαιδαγωγεί την πρωτοπορία του προλεταριάτου, που είναι ικανή να παίρνει την εξουσία και να καθοδηγεί όλο το λαό προς το σοσιαλισμό, να οργανώνει και να διευθύνει ένα νέο καθεστώς, να είναι ηγέτης, οδηγός και επικεφαλής όλων των εργαζομένων και όλων των εκμεταλλευομένων στην επιχείρηση οικοδόμησης μιας κοινωνικής ζωής χωρίς την αστική τάξη και εναντίον της αστικής τάξης (Λένιν, Κράτος και Επανάσταση, σ.30, Εditori Riuniti, 1970).
Το μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα, αν και είναι ταξικό στη φύση του, εκτός από το να έχει βαθιές ρίζες στο εργατικό περιβάλλον, μπορεί να έχει στο εσωτερικό του στοιχεία καταγόμενα από άλλα στρώματα του πληθυσμού, αρκεί αυτά να προσχωρούν χωρίς επιφυλάξεις στις ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις του επαναστατικού προλεταριάτου.
Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός στο μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα
Οι αρχές που καθορίζουν την οργάνωση ενός κομμουνιστικού κόμματος προκύπτουν από το ρόλο που αυτό πρέπει να διαδραματίσει, από τον επαναστατικό χαρακτήρα των καθηκόντων του και των σκοπών του.
Τα συμφέροντα που ένα κομμουνιστικό κόμμα εκφράζει δεν προκύπτουν από το άθροισμα των συμφερόντων του κάθε ενός εργάτη ξεχωριστά ή των στρωμάτων τους, αλλά από τα γενικά συμφέροντα της τάξης, τα οποία μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο μέσω μιας ενιαίας θέλησης, ικανής να κάνει να συγκλίνει μια ποσότητα από ξεχωριστές δράσεις σε έναν ενιαίο κοινό αγώνα. Μόνο μια συγκεντρωμένη διεύθυνση μπορεί να συνενώσει όλες τις δυνάμεις, να τις κατευθύνει προς έναν μόνο σκοπό, να συντονίσει τις απομονωμένες δράσεις ατόμων και ομάδων: 
«…Μια απόλυτη συγκεντροποίηση και μια αυστηρότατη πειθαρχία είναι βασικές προϋποθέσεις για τη νίκη επί της αστικής τάξης»(Λένιν).
Μα η γενική θέληση του κόμματος δεν μπορεί να σχηματιστεί παρά μόνο μέσω του δημοκρατικού δρόμου, δηλαδή μέσω μιας κοινής, συλλογικής συζήτησης-αντιπαράθεσης, που αναγνωρίζει τις διαφορετικές απόψεις και προτάσεις, και υποδεικνύει στο τέλος αποφάσεις υποχρεωτικές για όλους. Σχηματισμένη με τέτοια μέθοδο, η γενική θέληση έχει το πλεονέκτημα να εκφράζει πιο πλέρια, και γι’ αυτό πιο σωστά, τις αντικειμενικές απαιτήσεις του ταξικού αγώνα του προλεταριάτου.
Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο συγκεντρωτισμός ενός κομμουνιστικού κόμματος είναι ένας συγκεντρωτισμός δημοκρατικός, ο οποίος βασίζεται, δηλαδή, στην θέληση της πλειοψηφίας του κόμματος.
Η δημοκρατία στο εσωτερικό του, σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι, όπως κατά την αστική αντίληψη, μια απλή αφηρημένη «ελευθερία κριτικής», μα αποκτά ουσία σε μια πραγματική δημιουργική σύγκρουση, όντας ενσωματωμένη σε ένα πρόγραμμα δράσης και επαναστατικού μετασχηματισμού. Με άλλα λόγια, χωρίς μια συγκεντροποίηση, μια πραγματική υποχρέωση των καθοδηγητικών οργάνων να κατευθύνουν τη συζήτηση προς το δρόμο της επίλυσης των συγκεκριμένων προβλημάτων της ταξικής πάλης, η «δημοκρατία» θα περιοριζόταν σε μια τυπική, άγονη διαδικασία.
Αυτός ο ρόλος των καθοδηγητικών οργάνων προκύπτει από το γεγονός ότι η κατάρτιση στελεχών και η ανέλιξή τους έρχεται ύστερα από την απόκτηση ικανότητάς τους να δένονται με τις ανάγκες των μαζών και στην αποφασιστικότητά τους να καθοδηγήσουν τον αγώνα της τάξης. Ο συγκεντρωτισμός, επομένως, δεν είναι μια απλή συγκέντρωση, που οφείλεται σε λόγους αποκλειστικά πρακτικούς, για την υπεράσπιση της οργάνωσης, αλλά είναι η υποχρέωση εκείνη προκειμένου να πραγματοποιηθεί στο εσωτερικό του κόμματος η σοσιαλιστική δημοκρατία. Στην πραγματικότητα, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός πραγματοποιεί στο εσωτερικό του κόμματος, τη γενική αρχή της προτεραιότητας των απαιτήσεων της τάξης επί εκείνων του ατόμου, με τη συνειδητοποίηση ότι οι τελευταίες δεν μπορούν να ικανοποιηθούν ατομικά, μεμονωμένα, αλλά μόνο έπειτα από την πρόοδο των ιστορικών συνθηκών ολόκληρης της τάξης.
Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, στην πράξη σημαίνει:
  • Εκλογιμότητα όλων των καθοδηγητικών οργάνων από τα κάτω ως τα πάνω
  • Περιοδική έκθεση πεπραγμένων των οργάνων του κόμματος ενώπιον των ίδιων του των οργανώσεων βάσης
  • αυστηρή κομματική πειθαρχία και υποταγή της μειοψηφίας στην πλειοψηφία
  • χωρίς όρους υποχρεωτικότητα των αποφάσεων των ανώτερων οργάνων για τα κατώτερα όργανα
Η αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού βρίσκεται στη βάση του καταστατικού που για κάθε κόμμα ορίζει τη δομή και τους κανόνες εσωτερικής ζωής, τις μεθόδους της πρακτικής δράσης των οργανώσεών του, τα καθήκοντα και τα δικαιώματα των μελών του.
Το ζήτημα των υποχρεώσεων των μελών του είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της δομής του κόμματος. Ένα κομμουνιστικό κόμμα, αφού καλείται να επιλύσει το μεγαλειώδες καθήκον του μετασχηματισμού της κοινωνίας, δεν μπορεί να θεωρήσει επαρκή την απλή συγκατάθεση στο πρόγραμμά του. Κομμουνιστής είναι εκείνος που συμβάλει ενεργά στην πραγματοποίηση του προγράμματος και που με ζήλο δουλεύει σε μια από τις οργανώσεις του κόμματος, δεχόμενος την καθοδήγηση και τον έλεγχο από το τελευταίο.
Οι οπορτουνιστές [...], μη θέτοντας, προφανώς, επαναστατικά καθήκοντα, δεν έχουν ανάγκη να απαιτούν τόσα πολλά από τα μέλη των κομμάτων τους. Είναι ακριβώς επί αυτού του ζητήματος που το 1893 προέκυψε διάσπαση μεταξύ επαναστατών και οπορτουνιστών στην ηγεσία του ρωσικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Κάθε πραγματικό κομμουνιστικό κόμμα έχει πάντα αναφορά στις προαναφερθείσες λενινιστικές αρχές για τον καθορισμό των προϋποθέσεων της ένταξης στο κόμμα, αν και οι συγκεκριμένοι όροι ένταξης και τα καθήκοντα που θέτει στα μέλη του λαμβάνουν, σωστά, υπόψη τις συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες της χώρας στην οποία αυτό δρα και τις παραδόσεις του εργατικού κινήματός της.
Η εσωτερική ζωή του κόμματος δομείται με τρόπο ώστε οι κομμουνιστές να μπορούν να συμμετέχουν ενεργά στην πρακτική δουλειά: είναι εκεί ακριβώς η βάση της κομματικής δημοκρατίας. Γι’ αυτό το σκοπό, σε κάθε κομμουνιστικό κόμμα δημιουργούνται οι πρόσφορες εκείνες συνθήκες προκειμένου να επιτρέψουν στους αγωνιστές να συζητούν όλα τα ζητήματα, να αποδέχονται να υλοποιούνται οι ληφθείσες αποφάσεις, να επιλέγουν τους καθοδηγητές και να ελέγχουν τα πεπραγμένα τους.
Το κομμουνιστικό κόμμα δεν περιορίζει την εσωτερική δημοκρατία του μόνο στην εκλογή των καθοδηγητών. Αυτή η αντίληψη για τη δημοκρατία, που είναι διαδεδομένη στα παλαιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και τα σύγχρονα ρεβιζιονιστικά, είναι ουσιαστικά η μεταφορά στην κομματική ζωή των κανόνων και των συνηθειών του αστικού κοινοβουλευτισμού. Η δημοκρατία του κομμουνιστικού κόμματος είναι μια δημοκρατία ενεργητικής ενιαίας δράσης, είναι τέτοια, δηλαδή, ώστε τα μέλη του να μην οφείλουν μόνο να συμμετέχουν στις εσωτερικές εκλογές και συζητήσεις, αλλά να παρεμβαίνουν πρακτικά για τον καθορισμό του προσανατολισμού της δουλειάς του κόμματος.
Μα η ενεργητική συμμετοχή όλων των κομμουνιστών στη δουλειά του κόμματος δεν μειώνει τη σημασία της ηγεσίας, το ρόλο των καθοδηγητών που πρέπει να κατέχουν την απαραίτητη ικανότητα, τη γνώση και την εμπειρία.
Οι καθοδηγητές ενός κομμουνιστικού κόμματος συνιστούν τον ηγετικό πυρήνα του κόμματος, τα στελέχη του, ο εκλεγμένος μηχανισμός του που οργανώνει πρακτικά το έργο για την υλοποίηση των ληφθεισών αποφάσεων, εξασφαλίζει τη συνέχιση των εμπειριών και των παραδόσεων.
Τα καθοδηγητικά στελέχη δεν βρίσκονται υπεράνω του κόμματος, μα πρέπει να βρίσκονται υπό τον έλεγχό του. Η πολιτική δραστηριότητα των στελεχών- έλεγε ο Λένιν- πρέπει να είναι ανοιχτή όπως η σκηνή του θεάτρου για τους θεατές. Όλοι πρέπει να ξέρουν πώς ένα πολιτικό στέλεχος είχε ξεκινήσει το έργο του, πώς αυτό εξελίχτηκε, πώς αυτό συμπεριφέρθηκε σε μια δύσκολη στιγμή της ύπαρξής του, ποια είναι τα χαρίσματα που το διακρίνουν: και γι’ αυτό, φυσικά, όλα τα μέλη του κόμματος πρέπει, με πλήρη συνείδηση της σημασίας της υπόθεσης, να μπορούν να εκλέγουν ή όχι αυτό το σύντροφο σε μια συγκεκριμένη κομματική θέση. Η «φυσική επιλογή», με πλήρη δημοσιότητα, εκλογιμότητα και γενικό έλεγχο, εξασφαλίζεται όταν κάθε στέλεχος καταλήγει «στο πόστο του», απασχολείται με τα πιο κατάλληλα για τις δυνάμεις και τις ικανότητές του ζητήματα, υφίσταται προσωπικά τις συνέπειες των λαθών του, και αποδεικνύει ενώπιον όλων την ικανότητά του να αναγνωρίζει τα ίδια αυτά λάθη και να τα αποφεύγει (Λένιν, τ.5, σ.441).
Η δημοκρατία στο κόμμα είναι επομένως μια σημαντικότατη προϋπόθεση για το σχηματισμό, την επιλογή και την εκπαίδευση των καθοδηγητικών στελεχών. Ταυτόχρονα, η δημοκρατία εγγυάται ότι η καθοδήγηση βασίζεται στη συλλογική εμπειρία και δεν αντανακλά μονάχα τις προσωπικές απόψεις του ενός ή του άλλου στελέχους.
Η ευρεία συζήτηση όλων των βασικών ζητημάτων και ο συλλογικός σχηματισμός των αποφάσεων συνιστούν μια μέθοδο δουλειάς εξαιρετικά σημαντική για το κόμμα, και απαραίτητη για τη γενίκευση των διαφόρων εμπειριών, για την καταγγελία των κενών στην πολιτική δραστηριότητα: αυτή βοηθά ώστε να συνειδητοποιούν όλοι πλήρως τις εγκεκριμένες αποφάσεις.
Κάθε συζήτηση στο κόμμα πρέπει να συνδέεται με την άσκηση κριτικής και αυτοκριτικής, δηλαδή, με την καταγγελία των ανεπαρκειών στη δουλειά, με την εξήγηση των αιτιών τους και με την παρουσίαση προτάσεων που είναι πρόσφορες για την εξάλειψή τους.
Αυτό βοηθά ώστε να προοδεύσουν και να διαπαιδαγωγηθούν με σωστό τρόπο τα στελέχη. Μα το κόμμα διακρίνει πάντα την κριτική που το ενδυναμώνει και την κριτική που το αποδυναμώνει, η οποία εκφυλίζεται σε κριτική για την κριτική, σε αντεγκλήσεις. Επιτρέποντας την ελευθερία κριτικής, λαμβάνοντας μέτρα εναντίον εκείνων που την καταπνίγουν, το κόμμα, συγχρόνως, δεν επιτρέπει σε κανέναν το δικαίωμα να καταχράται αυτής της ελευθερίας για να αποδυναμώσει τις τάξεις του.
Όμως πού βρίσκεται το όριο που διακρίνει τη χρήσιμη από τη βλαβερή κριτική; Για τον καθορισμό του προβλέπει το πρόγραμμα του κόμματος, οι αποφάσεις του και το καταστατικό του.
Αν το κόμμα αναγνωρίζει ευρεία δικαιώματα στα μέλη του, πρέπει επίσης να απαιτεί πίστη στο πρόγραμμά του και τους σκοπούς του. Δεν μπορεί να αποδέχεται στο εσωτερικό του την προπαγάνδιση απόψεων αντίθετων προς το κόμμα, τη θεωρεί ασύμβατη με την παραμονή στις τάξεις του. Αυτό δεν βλάπτει την εσωτερική δημοκρατία, την ελευθερία λόγου των μελών του.
 «Καθένας είναι ελεύθερος να γράφει και να λέει ό,τι θέλει, χωρίς τον παραμικρό περιορισμό- έλεγε ο Λένιν. Όμως κάθε ελεύθερος συνεταιρισμός (και μεταξύ αυτών και το κόμμα) είναι ελεύθερος ακόμα και να αποπέμπει τα μέλη του που καταχρώνται του ονόματός του για να προπαγανδίσουν απόψεις αντίθετες προς το κόμμα…Το κόμμα είναι μια εθελοντική ένωση που αναπόφευκτα θα διαλυόταν, πρώτα σε επίπεδο ιδεών και έπειτα και υλικά, αν δεν απαλλασσόταν από εκείνα τα μέλη του που υπερασπίζονται απόψεις ενάντιες προς το κόμμα» (Λένιν, Άπαντα, τ.10, σ.29).
Μέχρις ότου μια απόφαση ληφθεί, στο κόμμα μπορούν να διατυπώνονται διαφορετικές απόψεις, μπορούν να συγκρούονται αντιτιθέμενες οπτικές: μα αφότου έχει ληφθεί μια απόφαση, όλοι οι κομμουνιστές πρέπει να δρουν ως ένας άνθρωπος. Αυτή είναι η ουσία της κομματικής πειθαρχίας, που απαιτεί την υποταγή της μειοψηφίας στην πλειοψηφία και την απόλυτη υποχρεωτικότητα των υιοθετημένων αποφάσεων. Η πειθαρχία εξασφαλίζει στο κόμμα την απαραίτητη οργανωτική συμβατότητα, καθιστά αποτελεσματική τη σταθερή φιλοδοξία του να επιτύχει τους σκοπούς του. Μα η τυφλή πειθαρχία δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει κάτι τέτοιο. Η δύναμη της κομματικής πειθαρχίας έγκειται στο γεγονός ότι αυτή είναι συνειδητή, γιατί βασίζεται στη συνοχή ιδεών των κομμουνιστών, στη συνειδητή επιδοκιμασία των αποφάσεων του κόμματος, στο σχηματισμό των οποίών κάθε κομμουνιστής πήρε ενεργό μέρος.
Η ενότητα δράσης δεν σημαίνει γενικά ότι μέσα στο κόμμα δεν μπορεί να υπάρχει απόκλιση απόψεων. Σε μια τέτοια περίπτωση, το κόμμα θα μεταμορφωνόταν σε οργάνωση χωρίς ζωή. Στην καθημερινή ζωή μπορούν να εκδηλωθούν διαφορετικές οπτικές, αντιτιθέμενες στο ένα ή το άλλο ζήτημα. Αυτό είναι αναπόφευκτο και φυσιολογικό. Η κομματική πειθαρχία δεν επιφέρει καθόλου την απάρνηση των προσωπικών πεποιθήσεων, αρκεί αυτές να μην αντιτίθενται στις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού, μα υποχρεώνει τους εγγραμένους να αποδέχονται τις υιοθετημένες αποφάσεις και να τις υλοποιούν συνειδητά, ακόμα και αν δεν συμφωνούν με αυτές. Η κομματική πειθαρχία απαιτεί, εξάλλου, τα εσωτερικά ζητήματα να μη συζητούνται εκτός του κόμματος. Αυτοί οι κανόνες ζωής του κόμματος γεννήθηκαν από την εμπειρία του εργατικού κινήματος, η οποία απέδειξε με πειστικό τρόπο ότι χωρίς μια αυστηρή πειθαρχία το πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης θα μετασχηματιζόταν σε μια οργάνωση άμορφη, ανίκανη να καθοδηγήσει τον αγώνα των εργαζομένων.
Στο κόμμα της εργατικής τάξης πρέπει να υπάρχουν αυστηροί κανόνες απέναντι σε εκείνους που δεν προσαρμόζονται στις εγκεκριμένες αποφάσεις. Στην ιστορία των κομμουνιστικών κομμάτων δεν λείπουν επεισόδια μεμονωμένων ατόμων που, ερχόμενα σε διαφωνία με τη γραμμή του κόμματος, συσπειρώθηκαν σε διαμορφωμένες ομάδες, με τη δική τους πειθαρχία, στις λεγόμενες φράξιες. Στα οπορτουνιστικά κόμματα [...], που περιορίζουν τη δράση τους στο κοινοβουλευτικό πλαίσιο, η παρουσία φραξιών είναι φυσιολογική. Αλλά για ένα κομμουνιστικό κόμμα- μια οργάνωση που πρέπει να βασίζει τα πάντα στην αποτελεσματικότητα της δράσης του, η ύπαρξη φραξιών είναι απαράδεκτη, καθώς είναι παράγοντας αποσύνθεσης της ενότητας ιδεών του κινήματος, τροχοπέδη όλης του της δράσης: είναι ασύμβατη με τις απαιτήσεις της κομματικής πειθαρχίας.
Η μαρξιστική-λενινιστική οπτική για τη σημασία της ενότητας του κόμματος εκφράστηκε με τη μεγαλύτερη σαφήνεια στην απόφαση του 10ου Συνεδρίου του ΠΚΚ(μπ), που γράφτηκε από τον ίδιο το Λένιν. Σε αυτή αναδεικνυόταν πως όλοι οι συνειδητοποιημένοι εργαζόμενοι πρέπει να καταλάβουν 
«τη ζημιά και το απαράδεκτο οποιουδήποτε φραξιονισμού, που αναπόφευκτα θα οδηγούσε στην αποδυνάμωση της κοινής δουλειάς»,
 και πρότεινε, κάθε φορά που θα εκδηλώνονταν μορφές φραξιονισμού, την εφαρμογή πειθαρχικών κυρώσεων ως και την εκδίωξη από το κόμμα.
Με αυτό τον τρόπο, η ευρεία δημοκρατία των κομμουνιστικών κομμάτων εναρμονίζεται με την αρχή της συγκεντροποιημένης καθοδήγησης, και η ελευθερία συζήτησης δεν αντιτίθεται με την κομματική πειθαρχία και την ενότητα δράσης. Μια δημοκρατία χωρίς συγκεντροποιημένη καθοδήγηση θα μεταμόρφωνε το κόμμα σε ένα κύκλο στείρων αντιπαραθέσεων. Ο συγκεντρωτισμός χωρίς δημοκρατία, ή με μια δημοκρατία ανεπαρκώς ανεπτυγμένη, θα προκαλούσε την ανάδειξη ενός βλαβερού γραφειοκρατισμού. Ο σωστός συνδυασμός δημοκρατίας και συγκεντρωτισμού εξασφαλίζει, αντίθετα, μια ευρεία ανάπτυξη της δράσης και των πρωτοβουλιών του κόμματος, και ταυτόχρονα εξασφαλίζει αυτή την αυστηρή καθοδήγηση που είναι τόσο απαραίτητη στον πολιτικό αγώνα.
Τeoria & Prassi, τ. 7, πρώτο της νέας περιόδου, Οκτώβρης 2002 
( http://piattaformacomunista.com/CENTRDEM_GRE.htm )


2 σχόλια:

  1. Για εξήγησέ μας τότε σε πρώτη φάση, πως εξηγείς ότι το κόμμα επέλεξε να συνεργαστεί εκλογικά με τη δεξιά τότε ΚΑΙ ΟΛΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΠΟ ΚΑΤΩ ΕΦΤΥΝΕ!!!

    Πως είναι δυνατόν να ΜΗΝ εκφράζετε η άποψη των ψηφοφόρων του και να περνάει η γραμμή κάποιων επαγγελματικών στελεχών του!

    Άσε τις διαγραφές που πέσανε τότε! Και μιλάμε για ανθρώπους του ΚΚΕ με ιστορία και περγαμηνές, όχι τον καθένα.

    Σηκώνει πολλή συζήτηση το άρθρο σου, θα επανέλθω αργότερα με απορίες να μιλήσουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. @THANOS:

      Αν η διατύπωση σου είναι "το κόμμα επέλεξε να συνεργαστεί εκλογικά με τη δεξιά", έχουμε μεγάλο πρόβλημα συνεννόησης.
      -Αρχικά γιατί το κομμα ποτέ δεν συνεργάστηκε "εκλογικά" με την "δεξιά" (συνεργάζομαι "εκλογικά" σημαίνει πως κατεβαίνω μετωπικά στις εκλογές).
      -Δεύτερο γιατί η λογική μομφή σου θα έπρεπε να είναι πως: "συνεργάστηκε ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΑ με αστικά κόμματα" (εδώ έχω και εγώ, αλλά και το ΚΚΕ πλέον, ένσταση), 6 μήνες με την ΝΔ και άλλους 6 με την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ μαζί (κυβέρβηση Ζολώτα).
      Αφού λοιπόν μου εξηγήσεις γιατί θεωρείς "δεξιά" την ΝΔ, και όχι προφανώς το ΠΑΣΟΚ (τότε δεν θα μίλαγες για "δεξιά" αλλά για "αστικά" κόμματα -από τα οποία η ΕΑΡ του Κύρκου, εξαιρείται άραγε;-), περιμένω τις υπόλοιπες απορίες σου.
      Για να ξεκαθαρίσω την βάση συζήτησης από την πλευρά μου, θα πω πως ο εννιαίος ΣΥΝασπισμός με τους ευρωλάγνους του Κύρκου είχε την φυσική του κατάληξη στην συνεργασία (όπως και όσο αυτή έγινε) με ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
      Και φυσικά είχε παραβιαστεί ο ΔΣ εκείνη την εποχή, πράγμα που διορθώθηκε σχετικά σύντομα, όταν το επόμενο συνέδριο αποφάσισε την αποχώρηση από τον ΣΥΝασπισμό....
      -Και ξαναμπερδεύεσαι. Ο ΔΣ προβλέπει, πως την πολιτική ενος κόμματος "νέου τύπου"δεν την καθορίζουν ούτε οι "ψηφοφόροι του', ούτε τα "επαγγελματικά στελέχη" του. Την καθορίζουν τα ΜΕΛΗ του, μέσα από πολύ συγκεκριμένες διαδικασίες.
      Είμαι καλόπιστος και υποθέτω πως ήταν παράλειψη το άλμα από τυος "ψηφοφόρους" στα "επαγγελματικά στελέχη"....

      Διαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου, άν δεν υπάρχει εγγραφή στον blogger ή άλλη διαδυκτιακή υπηρεσία (βλέπε όροι σχολιασμού στο πάνω μέρος της σελίδας).
Ανώνυμα και υβριστικά σχόλια μπορούν να διαγράφονται χωρίς άλλη προειδοποίηση.