«Κλαίγε, κλαίγε, Ελευθεριά»
Βιβλίο αναφοράς: Λόρδος Μπάιρον, Η ζωή, το έργο και η επαναστατική του δράση, Αλέκος Κουτσούκαλης, Εκδόσεις «Ιωλκός».
Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //
_______________
«Λευτεριά για λίγο πάψε
Να χτυπάς με το σπαθί.
Τώρα σίμωσε και κλάψε
Εις του Μπάιρον το κορμί.
Άκου Μπάιρον, πόσον θρήνον
κάνει, ενώ σε χαιρετά
η Πατρίδα των Ελλήνων
κλαίγε, κλαίγε, Ελευθεριά».
Οι παραπάνω στίχοι είναι του Διονύσιου Σολωμού στην Ωδή «Εις τον θάνατον του Λόρδου Μπάιρον» του πρωτοπόρου Άγγλου λόρδου στοχαστή, του μεγάλου ποιητή, του κοινωνικού επαναστάτη. Γενικά οι Έλληνες ιστορικοί, κριτικοί, κοινωνιολόγοι και στοχαστές δεν ασχολήθηκαν διεξοδικά και σοβαρά με το δημιουργικό έργο του Μπάιρον παρά περιορίστηκαν κυρίως στο να υμνήσουν το φιλελληνισμό και τη θυσία του για τη λευτεριά της Ελλάδας, θα πει ο ιστορικός και διδάκτορας της φιλοσοφίας Αλέκος Κουτσούκαλης στο ως άνω βιβλίο του. Ο Μαξίμ Γκόρκι έγραφε ότι «ο Μπάιρον ήταν αποφασιστικός αντίπαλος κάθε χαμέρπειας, υποκρισίας και σκοταδισμού, […], ο μεγαλόπνοος ποιητής που αφιέρωσε όλες τις δυνάμεις του για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τους βασιλιάδες και τους τυράννους, ένας από τους προοδευτικότερους ανθρώπους της εποχής του, θερμός και αγέρωχος αγωνιστής της λευτεριάς και της ανεξαρτησίας των λαών» (σελ. 11 της Εισαγωγής). Και ο Φ. Ένγκελς σημειώνει: «Ο Σέλλεϋ, ο μεγαλοφυής προφήτης Σέλλεϋ, και ο Μπάιρον με όλο το πάθος τους και την καυστική τους σάτιρα για τη σύγχρονή τους κοινωνίας, είχαν τους περισσότερους αναγνώστες ανάμεσα στους εργάτες. Οι αστοί κρατούν για τον εαυτό τους μόνο τις λεγόμενες «οικογενειακές εκδόσεις», ευνουχισμένες και προσαρμοσμένες στη σύγχρονη υποκριτική ηθική» (στην ίδια σελίδα).
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος γράφει: «Δεν υπάρχει άλλος ποιητής, που να εσήμανε στην εποχή του, σε ολόκληρη την Ευρώπη, ό, τι εσήμανε ο Μπάιρον. Και δεν υπάρχει άλλος, που νάγινε, όπως έγινε ο Μπάιρον, εθνικός ήρωας μιας άλλης χώρας, όχι της δικής του. Και λατρεύεται, έως τα σήμερα, σαν εθνικός ήρωας των Ελλήνων. Ο Μπάιρον είναι ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος, στην ευρωπαϊκή – ή και την παγκόσμια – ιστορία γενικά» (σελ. 350/351 Κουτσούκαλη, από το «Λόρδος Βύρων» του Π. Κανελλόπουλου, σελ. 515). Βέβαια, αυτά τα λόγια γράφτηκαν αρκετό καιρό πριν και στο μεταξύ η επέτειος έχει ξεγυμνωθεί από τα ιστορικά της πλαίσια και μηνύματα.
Στο βιβλίο του Κουτσούκαλη αναπτύσσεται όλο το έργο και η ζωή του Μπάιρον, όλο το οδοιπορικό του μέχρι να φτάσει στην Ελλάδα – για δεύτερη φορά – στις αρχές του 1824 περνώντας από τα νεανικά του χρόνια στα ταξίδια του (με ενεργή συμμετοχή σε επαναστατικά, εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, ιδιαίτερα στην Ισπανία, την Ιταλία και έπειτα και στην Ελλάδα) και τη σύγκρουσή του στην Αγγλία με το φεουδαρχικό, αριστοκρατικό και καπιταλιστικό περιβάλλον. Μαθαίνουμε και για τις αισθητικές του αντιλήψεις μέσω εκτενών και αναλυτικών αναφορών στα σημαντικότερα έργα του Μπάιρον. Πριν έρθει στην Ελλάδα ο Μπάιρον ήδη είχε αναπτύξει μια ολόκληρη δράση, ποιητική, δημιουργική, επαναστατική. Από νωρίς έγινε ολοφάνερο ότι τον τραβούσαν οι εθνικοαπελευθερωτικοί και λαϊκοδημοκρατικοί αγώνες των λαών και, σύμφωνα με το Ρώσο στοχαστή Α. Χέρτσεν, «είχε διαβάσει στα γρήγορα τη νεκρώσιμη ακολουθία ενός κόσμου που πέθαινε» (σελ. 60).
Πολέμιος κάθε υποκρισίας
Ο Μπάιρον ξεσκεπάζοντας τις αξιώσεις της Μεγάλης Βρετανίας που «έπαιζε» τον προστάτη και υπερασπιστή της ελευθερίας των ευρωπαϊκών λαών, άρα και του ελληνικού και συγκρίνοντας την κατάστασή του μ’ αυτή του ιρλανδικού λαού, θα πει: «Πότε οι Βρετανοί θα χειραφετήσουν τους Ιρλανδούς είλωτες; Ο Μωάμεθ το απαγορεύει; Είμαστε τότε ικανοί μουσουλμάνοι και χειρότεροι χριστιανοί!Τώρα εμείς συνενώνουμε τα καλύτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και των μεν και των δε – την ιησουιτική δυσειδαιμονία με την ανοχή που υστερεί από την τουρκική» (σελ. 48). Ήταν πεπεισμένος ότι ένας λαός που θέλει να είναι πραγματικά ελεύθερος πρέπει ο ίδιος να κατακτήσει τη λευτεριά του. Αλλιώς, κατά τη γνώμη του, θα παραμείνει είτε κάτω από την τουρκική κυριαρχία ή θα την αντικαταστήσει με την εξάρτηση από τα ευρωπαϊκά κράτη διαβλέποντας σωστά τις αγγλικές προθέσεις και ζυγίζοντας σωστά τα ιστορικά δεδομένα των αιώνων αποικιοκρατίας που προηγήθηκαν. Ο Μπάιρον στην πρώτη επίσκεψή του στην Ελλάδα έγραψε ένα σημείωμα στην Αθήνα το 1811 απαντώντας στην κατηγορία κάποιων ξένων ότι οι Έλληνες είναι αχάριστοι: «Μα για το όνομα της Νέμεσης! Για ποιό λόγο θάπρεπε νάναι ευγνώμονες; Πού είναι το Ανθρώπινο ον που ευεργέτησε ποτέ έναν έλληνα ή τους Έλληνες; Οφείλουν νάναι ευγνώμονες στους Τούρκους για τα δεσμά τους και στους Φράγκους, για τις υποσχέσεις που αθέτησαν και για τις όλο ψέματα συμβουλές τους; Οφείλουν νάναι ευγνώμονες στον καλλιτέχνη που κάνει χαρακτικό έργο τα ερείπιά τους και στον αρχαιοδίφη, που τα παίρνει μαζί του μακριά, στον ταξιδιώτη που ο συνοδός γενίτσαρός του τους μαστιγώνει και στον γραφιά που το ημερολόγιό του τους βρίζει; Αυτό είναι το άθροισμα των υποχρεώσεών τους προς τους ξένους;» (σελ. 49).
Πύρινοι λόγοι στη Βουλή των Λόρδων
Το βιβλίο περιλαμβάνει και τρεις λόγους του Μπάιρον στη Βουλή των Λόρδων με τους οποίους δείχνει τα ζεστά του αισθήματα για την εργατική τάξη της Αγγλίας για την οποία η τεχνολογική ανάπτυξη έφερε σοβαρές συνέπειες και γι αυτό στράφηκαν ενάντια στα μηχανήματα (το κίνημα των Λουδδιστών). Το 1870 έγινε στο Λονδίνο μια μεγάλη εξέγερση εργατών που πνίγηκε στο αίμα. Η όξυνση των ταξικών αγώνων στην ίδια την Αγγλία, αποδυνάμωσε τη θέση της χώρας στις αποικίες και γι αυτό η αστική τάξη και η αριστοκρατία δυνάμωσαν την επέμβασή τους σε άλλες χώρες και έγιναν ιδιαίτερα βάναυσοι απέναντι στην ντόπια εργατιά βγάζοντας ένα νόμο ενάντια στους Λουδδιστές. Ο Μπάιρον θα πει στη Βουλή των Λόρδων: «Σε ό,τι αφορά εμένα θεωρώ ότι απέναντι στους εργάτες έγινε μια κατάφωρη αδικία. Οι εργάτες αυτοί έπεσαν θύματα γνωστών προσώπων που πλούτισαν με τις καινοτομίες και τους στέρησαν την εργασία…Είναι σωστό, όμως, Μυλόρδε, όσο κι αν χαρήκαμε και χαιρόμαστε από κάθε βιομηχανική βελτίωση, που θα είναι ευεργετική για την ανθρωπότητα, ότι μπορούμε όμως να επιτρέψουμε το ανθρώπινο γένος να θυσιάζεται στις τεχνολογικές βελτιώσεις; Η υποστήριξη της ύπαρξης των εργαζόμενων φτωχών στρωμάτων και της ευημερίας τους, τους είναι πολύ σημαντικότερη για την κοινωνία, από τον πλούτο μερικών μονοπωλητών, που τελειοποιούν τα μέσα της παραγωγής και αφαιρούν από τους εργάτες και αυτό ακόμα το ψωμί τους (σελ. 72). Και: «Ονομάζετε τους ανθρώπους αυτούς όχλο, απελπισμένο, επικίνδυνο και αγράμματο και μοιάζετε να σκέπτεστε, ότι ο μόνος τρόπος για να ημερώσει το «ζώο με τις πολλές κεφαλές» είναι να κρεμάσετε μερικές από τις κεφαλές αυτές. […] Έχουμε τάχα συνειδητοποιήσει τι οφείλουμε σ’ αυτόν τον όχλο; Είναι ο όχλος που δουλεύει στους αγρούς σας και υπηρετεί στα σπίτια σας, που επανδρώνει το στόλο σας και προμηθεύει άνδρες στο στρατό σας, που σας έκανε ικανούς ν’ αψηφήσετε ολόκληρο τον κόσμο και που μπορεί, επίσης, να αψηφήσει κι εσάς, όταν η παραμέληση και η δυστυχία θα τον οδηγήσει σε απόγνωση!» (σελ. 74/75).
Στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα
Ο Μπάιρον είχε πάθος για τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που στην εποχή του αναπτύσσονταν στη Λατινική Αμερική, στην Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Στη Βενετία της Ιταλίας είχε έρθει σε άμεση επαφή με τους ηγέτες του κινήματος αυτού και μάλιστα έγινε ο ίδιος ηγέτης της τοπικής οργάνωσης των Καρμπονάρων. Μετά τη συντριβή αυτού του κινήματος έψαξε αλλού να δράσει επαναστατικά και φτάνει στις 5 Ιανουαρίου του 1824 στο Μεσολόγγι από την Κεφαλονιά. Πήγε εκεί ως εκπρόσωπος της «Ελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου» για την ενίσχυση του απελευθερωτικού αγώνα του ελληνικού λαού. Μπροστά στον κόλπο του Αστακού, στο Δραγομέστι, θα γράψει το «Τραγούδι για τους Σουλιώτες». Η πρώτη στροφή έχει ως εξής:
«Στη μάχη ορμήστε! Γενναίοι Σουλιώτες,
Εμπρός, στο καθήκον όλ’ οι πατριώτες!
Εκεί ‘ ναι τα τείχη, εκειπέρα η Τάφρος:
Αέρα! Σουλιώτες! Του Τούρκου ο τάφος!
Των λαφύρων το πλήθος και το κάλλος προτρέπει,
Ορμήστε παιδιά μου εκεί όπου πρέπει».
Ανήσυχος για τις διχόνοιες που διαπιστώνει, φοβάται και στην Ελλάδα την τύχη των Καρμπονάρων της Ιταλίας και προειδοποιεί σε επιστολές του προς τις επαναστατικές αρχές, ότι η Ελλάδα έχει τρεις επιλογές: να ανακτήσει την ελευθερία της ή να γίνει υποτελής των κυρίαρχων Ευρωπαίων ή να ξανγίνει τούρκικη επαρχία. Και ο εμφύλιος πόλεμος οδηγεί στις δύο τελευταίες. Ο Μπάιρον πεθαίνει στις 19 του Απρίλη του 1824 στην αγαπημένη του Ελλάδα σε ηλικία μόλις 37 ετών. «Μόνο η επανάσταση είναι σε θέση να σώσει τον κόσμο από την κόλαση της αισχρότητας και της απανθρωπιάς», έλεγε αφήνοντας τα βαθιά ίχνη του στο ιστορικό γίγνεσθαι και σύμφωνα με τα λόγια του Αλέκου Κουτσούκαλη «με την ποίησή του ανέβηκε στις υψηλές κορυφές του παγκόσμιου Παρνασσού και με τη θυσία του στο Πάνθεον των Ηρώων του Ελληνικού Λαού» (σελ. 365).
Βιβλίο αναφοράς: Λόρδος Μπάιρον, Η ζωή, το έργο και η επαναστατική του δράση, Αλέκος Κουτσούκαλης, Εκδόσεις «Ιωλκός».
Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //
_______________
«Λευτεριά για λίγο πάψε
Να χτυπάς με το σπαθί.
Τώρα σίμωσε και κλάψε
Εις του Μπάιρον το κορμί.
Άκου Μπάιρον, πόσον θρήνον
κάνει, ενώ σε χαιρετά
η Πατρίδα των Ελλήνων
κλαίγε, κλαίγε, Ελευθεριά».
Οι παραπάνω στίχοι είναι του Διονύσιου Σολωμού στην Ωδή «Εις τον θάνατον του Λόρδου Μπάιρον» του πρωτοπόρου Άγγλου λόρδου στοχαστή, του μεγάλου ποιητή, του κοινωνικού επαναστάτη. Γενικά οι Έλληνες ιστορικοί, κριτικοί, κοινωνιολόγοι και στοχαστές δεν ασχολήθηκαν διεξοδικά και σοβαρά με το δημιουργικό έργο του Μπάιρον παρά περιορίστηκαν κυρίως στο να υμνήσουν το φιλελληνισμό και τη θυσία του για τη λευτεριά της Ελλάδας, θα πει ο ιστορικός και διδάκτορας της φιλοσοφίας Αλέκος Κουτσούκαλης στο ως άνω βιβλίο του. Ο Μαξίμ Γκόρκι έγραφε ότι «ο Μπάιρον ήταν αποφασιστικός αντίπαλος κάθε χαμέρπειας, υποκρισίας και σκοταδισμού, […], ο μεγαλόπνοος ποιητής που αφιέρωσε όλες τις δυνάμεις του για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τους βασιλιάδες και τους τυράννους, ένας από τους προοδευτικότερους ανθρώπους της εποχής του, θερμός και αγέρωχος αγωνιστής της λευτεριάς και της ανεξαρτησίας των λαών» (σελ. 11 της Εισαγωγής). Και ο Φ. Ένγκελς σημειώνει: «Ο Σέλλεϋ, ο μεγαλοφυής προφήτης Σέλλεϋ, και ο Μπάιρον με όλο το πάθος τους και την καυστική τους σάτιρα για τη σύγχρονή τους κοινωνίας, είχαν τους περισσότερους αναγνώστες ανάμεσα στους εργάτες. Οι αστοί κρατούν για τον εαυτό τους μόνο τις λεγόμενες «οικογενειακές εκδόσεις», ευνουχισμένες και προσαρμοσμένες στη σύγχρονη υποκριτική ηθική» (στην ίδια σελίδα).
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος γράφει: «Δεν υπάρχει άλλος ποιητής, που να εσήμανε στην εποχή του, σε ολόκληρη την Ευρώπη, ό, τι εσήμανε ο Μπάιρον. Και δεν υπάρχει άλλος, που νάγινε, όπως έγινε ο Μπάιρον, εθνικός ήρωας μιας άλλης χώρας, όχι της δικής του. Και λατρεύεται, έως τα σήμερα, σαν εθνικός ήρωας των Ελλήνων. Ο Μπάιρον είναι ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος, στην ευρωπαϊκή – ή και την παγκόσμια – ιστορία γενικά» (σελ. 350/351 Κουτσούκαλη, από το «Λόρδος Βύρων» του Π. Κανελλόπουλου, σελ. 515). Βέβαια, αυτά τα λόγια γράφτηκαν αρκετό καιρό πριν και στο μεταξύ η επέτειος έχει ξεγυμνωθεί από τα ιστορικά της πλαίσια και μηνύματα.
Στο βιβλίο του Κουτσούκαλη αναπτύσσεται όλο το έργο και η ζωή του Μπάιρον, όλο το οδοιπορικό του μέχρι να φτάσει στην Ελλάδα – για δεύτερη φορά – στις αρχές του 1824 περνώντας από τα νεανικά του χρόνια στα ταξίδια του (με ενεργή συμμετοχή σε επαναστατικά, εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, ιδιαίτερα στην Ισπανία, την Ιταλία και έπειτα και στην Ελλάδα) και τη σύγκρουσή του στην Αγγλία με το φεουδαρχικό, αριστοκρατικό και καπιταλιστικό περιβάλλον. Μαθαίνουμε και για τις αισθητικές του αντιλήψεις μέσω εκτενών και αναλυτικών αναφορών στα σημαντικότερα έργα του Μπάιρον. Πριν έρθει στην Ελλάδα ο Μπάιρον ήδη είχε αναπτύξει μια ολόκληρη δράση, ποιητική, δημιουργική, επαναστατική. Από νωρίς έγινε ολοφάνερο ότι τον τραβούσαν οι εθνικοαπελευθερωτικοί και λαϊκοδημοκρατικοί αγώνες των λαών και, σύμφωνα με το Ρώσο στοχαστή Α. Χέρτσεν, «είχε διαβάσει στα γρήγορα τη νεκρώσιμη ακολουθία ενός κόσμου που πέθαινε» (σελ. 60).
Πολέμιος κάθε υποκρισίας
Ο Μπάιρον ξεσκεπάζοντας τις αξιώσεις της Μεγάλης Βρετανίας που «έπαιζε» τον προστάτη και υπερασπιστή της ελευθερίας των ευρωπαϊκών λαών, άρα και του ελληνικού και συγκρίνοντας την κατάστασή του μ’ αυτή του ιρλανδικού λαού, θα πει: «Πότε οι Βρετανοί θα χειραφετήσουν τους Ιρλανδούς είλωτες; Ο Μωάμεθ το απαγορεύει; Είμαστε τότε ικανοί μουσουλμάνοι και χειρότεροι χριστιανοί!Τώρα εμείς συνενώνουμε τα καλύτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και των μεν και των δε – την ιησουιτική δυσειδαιμονία με την ανοχή που υστερεί από την τουρκική» (σελ. 48). Ήταν πεπεισμένος ότι ένας λαός που θέλει να είναι πραγματικά ελεύθερος πρέπει ο ίδιος να κατακτήσει τη λευτεριά του. Αλλιώς, κατά τη γνώμη του, θα παραμείνει είτε κάτω από την τουρκική κυριαρχία ή θα την αντικαταστήσει με την εξάρτηση από τα ευρωπαϊκά κράτη διαβλέποντας σωστά τις αγγλικές προθέσεις και ζυγίζοντας σωστά τα ιστορικά δεδομένα των αιώνων αποικιοκρατίας που προηγήθηκαν. Ο Μπάιρον στην πρώτη επίσκεψή του στην Ελλάδα έγραψε ένα σημείωμα στην Αθήνα το 1811 απαντώντας στην κατηγορία κάποιων ξένων ότι οι Έλληνες είναι αχάριστοι: «Μα για το όνομα της Νέμεσης! Για ποιό λόγο θάπρεπε νάναι ευγνώμονες; Πού είναι το Ανθρώπινο ον που ευεργέτησε ποτέ έναν έλληνα ή τους Έλληνες; Οφείλουν νάναι ευγνώμονες στους Τούρκους για τα δεσμά τους και στους Φράγκους, για τις υποσχέσεις που αθέτησαν και για τις όλο ψέματα συμβουλές τους; Οφείλουν νάναι ευγνώμονες στον καλλιτέχνη που κάνει χαρακτικό έργο τα ερείπιά τους και στον αρχαιοδίφη, που τα παίρνει μαζί του μακριά, στον ταξιδιώτη που ο συνοδός γενίτσαρός του τους μαστιγώνει και στον γραφιά που το ημερολόγιό του τους βρίζει; Αυτό είναι το άθροισμα των υποχρεώσεών τους προς τους ξένους;» (σελ. 49).
Πύρινοι λόγοι στη Βουλή των Λόρδων
Το βιβλίο περιλαμβάνει και τρεις λόγους του Μπάιρον στη Βουλή των Λόρδων με τους οποίους δείχνει τα ζεστά του αισθήματα για την εργατική τάξη της Αγγλίας για την οποία η τεχνολογική ανάπτυξη έφερε σοβαρές συνέπειες και γι αυτό στράφηκαν ενάντια στα μηχανήματα (το κίνημα των Λουδδιστών). Το 1870 έγινε στο Λονδίνο μια μεγάλη εξέγερση εργατών που πνίγηκε στο αίμα. Η όξυνση των ταξικών αγώνων στην ίδια την Αγγλία, αποδυνάμωσε τη θέση της χώρας στις αποικίες και γι αυτό η αστική τάξη και η αριστοκρατία δυνάμωσαν την επέμβασή τους σε άλλες χώρες και έγιναν ιδιαίτερα βάναυσοι απέναντι στην ντόπια εργατιά βγάζοντας ένα νόμο ενάντια στους Λουδδιστές. Ο Μπάιρον θα πει στη Βουλή των Λόρδων: «Σε ό,τι αφορά εμένα θεωρώ ότι απέναντι στους εργάτες έγινε μια κατάφωρη αδικία. Οι εργάτες αυτοί έπεσαν θύματα γνωστών προσώπων που πλούτισαν με τις καινοτομίες και τους στέρησαν την εργασία…Είναι σωστό, όμως, Μυλόρδε, όσο κι αν χαρήκαμε και χαιρόμαστε από κάθε βιομηχανική βελτίωση, που θα είναι ευεργετική για την ανθρωπότητα, ότι μπορούμε όμως να επιτρέψουμε το ανθρώπινο γένος να θυσιάζεται στις τεχνολογικές βελτιώσεις; Η υποστήριξη της ύπαρξης των εργαζόμενων φτωχών στρωμάτων και της ευημερίας τους, τους είναι πολύ σημαντικότερη για την κοινωνία, από τον πλούτο μερικών μονοπωλητών, που τελειοποιούν τα μέσα της παραγωγής και αφαιρούν από τους εργάτες και αυτό ακόμα το ψωμί τους (σελ. 72). Και: «Ονομάζετε τους ανθρώπους αυτούς όχλο, απελπισμένο, επικίνδυνο και αγράμματο και μοιάζετε να σκέπτεστε, ότι ο μόνος τρόπος για να ημερώσει το «ζώο με τις πολλές κεφαλές» είναι να κρεμάσετε μερικές από τις κεφαλές αυτές. […] Έχουμε τάχα συνειδητοποιήσει τι οφείλουμε σ’ αυτόν τον όχλο; Είναι ο όχλος που δουλεύει στους αγρούς σας και υπηρετεί στα σπίτια σας, που επανδρώνει το στόλο σας και προμηθεύει άνδρες στο στρατό σας, που σας έκανε ικανούς ν’ αψηφήσετε ολόκληρο τον κόσμο και που μπορεί, επίσης, να αψηφήσει κι εσάς, όταν η παραμέληση και η δυστυχία θα τον οδηγήσει σε απόγνωση!» (σελ. 74/75).
Στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα
Ο Μπάιρον είχε πάθος για τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που στην εποχή του αναπτύσσονταν στη Λατινική Αμερική, στην Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Στη Βενετία της Ιταλίας είχε έρθει σε άμεση επαφή με τους ηγέτες του κινήματος αυτού και μάλιστα έγινε ο ίδιος ηγέτης της τοπικής οργάνωσης των Καρμπονάρων. Μετά τη συντριβή αυτού του κινήματος έψαξε αλλού να δράσει επαναστατικά και φτάνει στις 5 Ιανουαρίου του 1824 στο Μεσολόγγι από την Κεφαλονιά. Πήγε εκεί ως εκπρόσωπος της «Ελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου» για την ενίσχυση του απελευθερωτικού αγώνα του ελληνικού λαού. Μπροστά στον κόλπο του Αστακού, στο Δραγομέστι, θα γράψει το «Τραγούδι για τους Σουλιώτες». Η πρώτη στροφή έχει ως εξής:
«Στη μάχη ορμήστε! Γενναίοι Σουλιώτες,
Εμπρός, στο καθήκον όλ’ οι πατριώτες!
Εκεί ‘ ναι τα τείχη, εκειπέρα η Τάφρος:
Αέρα! Σουλιώτες! Του Τούρκου ο τάφος!
Των λαφύρων το πλήθος και το κάλλος προτρέπει,
Ορμήστε παιδιά μου εκεί όπου πρέπει».
Ανήσυχος για τις διχόνοιες που διαπιστώνει, φοβάται και στην Ελλάδα την τύχη των Καρμπονάρων της Ιταλίας και προειδοποιεί σε επιστολές του προς τις επαναστατικές αρχές, ότι η Ελλάδα έχει τρεις επιλογές: να ανακτήσει την ελευθερία της ή να γίνει υποτελής των κυρίαρχων Ευρωπαίων ή να ξανγίνει τούρκικη επαρχία. Και ο εμφύλιος πόλεμος οδηγεί στις δύο τελευταίες. Ο Μπάιρον πεθαίνει στις 19 του Απρίλη του 1824 στην αγαπημένη του Ελλάδα σε ηλικία μόλις 37 ετών. «Μόνο η επανάσταση είναι σε θέση να σώσει τον κόσμο από την κόλαση της αισχρότητας και της απανθρωπιάς», έλεγε αφήνοντας τα βαθιά ίχνη του στο ιστορικό γίγνεσθαι και σύμφωνα με τα λόγια του Αλέκου Κουτσούκαλη «με την ποίησή του ανέβηκε στις υψηλές κορυφές του παγκόσμιου Παρνασσού και με τη θυσία του στο Πάνθεον των Ηρώων του Ελληνικού Λαού» (σελ. 365).
Πηγή: Ατέχνως
Μιλάμε για έναν γίγαντα της τέχνης και του πνεύματος. Βυρωνικες επιρροές βρίσκουμε σε πολλούς ποιητές της εποχής του και σε μεταγενέστερους.Έχει επηρεάσει και δικούς μας ποιητές (όπως πχ τον Σολωμό στο ποίημα του "ο Λαμπρός).Στα ελληνικά, δυστυχώς, λίγα ποιήματα του έχουν μεταφραστεί, και αυτά όχι με μεγάλη επιτυχία. Εξ ου και ανελαβα μόνος μου μία μεταφραστική προσπάθεια, κυρίως προς δική μου τερψη( δεν ξέρω ακόμα αν θα την ολοκληρωσω και θα την εκδωσω αυτή τη δουλειά).
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρακάτω παραθέτω ένα χαρακτηριστικό ποίημα της βυρωνικης γραφής, σε δική μου μετάφραση.Το ποίημα έχει τίτλο " ο Δαμαιτας".
Στα χρόνια αγόρι, στα κατάστιχα παιδί
Στο μυαλό σκλάβος σε κάθε διαστροφή
Την αιδώ και την αρετή περιγελα
Στην απάτη διαολι, ξεφτέρια στην ψευτιά
Ξεσκολισμενος στην υποκρισία, ενώ ακόμα παιδί
Άστατος σαν άνεμος, με φλογερή ροπή
Εκμαυλιστης θηλυκών, οι φίλοι του εργαλείο
Ψημενος στον κοσμο, μόλις που βγήκε απ το σχολείο
Ο Δαμαιτας διέσχισε ως δαιδαλο την αμαρτία
Βρήκε το τερμα--ενω οι άλλοι στην αφετηρία
Αντιφατικά πάθη του δονουν την ψυχή
Ρουφά με μανία απ της ηδονής την πηγή
Μα,μπουχτισμενος απ τη διαστροφή, σπάει τα δεσμά
Κι αυτό που ήταν ευλογία, γίνεται συμφορά.
Προλεκαλτ
πολύ ωραίο προλεκαλτ, θενκς για την μετάφραση
Διαγραφή